Η Εκκλησία μας σήμερα πανηγυρίζει τη σεπτή μνήμη του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου και με αγαλλίαση σεμνύνεται όχι μόνο για τον έναν από τους τρεις Καππαδόκες Πατέρες και τους τρεις «μεγίστους φωστήρες της τρισηλίου θεότητος», αλλά και τον μέγιστο φωστήρα της Ποιήσεώς της: αυτόν «τον ποιμενικό αυλό της Θεολογίας», ο οποίος «τας των ρητόρων ενίκησε σάλπιγγας» και μεθερμηνεύοντας το αριστοτεχνικό του απολυτίκιο ανέδειξε τα βάθη του αρχαιοελληνικού και χριστιανικού πνεύματος σε έκπαγλα κάλλη ποιητικού φθέγματος.
Εν ενί λόγω ο «Τριαδικός Θεολόγος» και πεφωτισμένος Ιεράρχης, «ο νους ο ακρότατος», κατά το κοντάκιόν του, και ο θεόπνευστος Διδάσκαλος της Χριστιανικής Ορθοδοξίας εθεολόγει ποιητικώς και εποίει θεολογικώς, αποθησαυρίζοντας στο ιερό σκευοφυλάκιο της εκκλησιαστικής μας Γραμματείας πλειάδα θαυμαστών έργων, εκ των οποίων τα πεζά, παρά την αμιγή ειδολογική τους κατάταξη, δονούνται από τους λυρικούς φθόγγους μιας ανώτερης ποιητικής δημιουργίας.
Την απαράμιλλη δύναμη και την καλλιεπή χάρη της γραφίδας τού υπέρμαχου απολογητή των Ελληνικών Γραμμάτων, καθώς και τους πολυσχιδείς αντιαιρετικούς του αγώνες για την εδραίωση της θεολογίας του 4ου αιώνα, που άσκησε μέσα από τους πύρινους λόγους του καταλυτική επίδραση σε Ανατολή και Δύση, υμνεί ως ευχαριστήριο ποιητικό ανάθημα ο ιαμβικός κανόνας του Νικηφόρου Βλεμμύδη.
Η εξακριβωμένη ποιητική εργογραφία του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου αριθμεί πάνω από 400 ποιήματα και 18.000 στίχους, χωρίς να προσμετρούνται οι 2.632 στίχοι της αμφιλεγόμενης τραγωδίας «Χριστός Πάσχων», που αξιόλογοι βυζαντινολόγοι, όπως ο Krumbacher, την αποσυνδέουν από το υψηλό ποιητικό του ύφος, ενώ άλλοι μελετητές τού αποδίδουν, τεκμηριώνοντας ευστόχως την πατρότητά της.
Η δραματοποιημένη αυτή σύνθεση με μακροσκελείς θρηνητικούς μονολόγους, ως αντίδραση στο απαγορευτικό διάταγμα του Ιουλιανού περί μιμήσεως αρχαίων προτύπων, παραπέμπει στους αρχαίους τραγικούς και κυρίως στις Βάκχες του Ευριπίδη, όπως δηλώνεται στον πρόλογο: «νυν τε κατ’ Ευριπίδην το κοσμοσωτήριον εξερώ / πάθος». Την έλλειψη, ωστόσο, στιχουργικής και δομικής πρωτοτυπίας αντισταθμίζει η επανάγνωση της αρχαίας τραγικότητας υπό το πρίσμα της μέθεξης του ανθρωπίνου και Θείου Πάθους.
Το ποιητικό corpus του Γρηγορίου του Θεολόγου, συγκομιδή ώριμων καρπών των τελευταίων χρόνων του επίγειου βίου του, περιλαμβάνει επικολυρικές και ηθικοδιδακτικές συνθέσεις, 129 επιτάφια ποιήματα και περί τα 250 επιγράμματα, που απηχώντας στο δικό του ρυθμικό σύστημα το είδος του αρχαιοελληνικού επιγράμματος, κοσμούν το όγδοο βιβλίο της Παλατινής Ανθολογίας.
Ο ρητορισμός και η μελαγχολική διάθεση ενός προδρομικού ρομαντισμού, αλλά ιδίως οι υφολογικές του επιλογές επί τα ίχνη της αττικίζουσας αλεξανδρινής ποίησης, όπως η προσωδιακή αρχαιοπρεπής του γλώσσα με φραστικά δάνεια από τον Όμηρο, τον Ησίοδο και τους τραγικούς, τον αποστασιοποίησαν από το λαϊκό αίσθημα μιας ευρύτερης αποδοχής.
Τα κίνητρα, εντούτοις, και τους λόγους της ποιητικής του ενασχόλησης εκθέτει στο ποίημά του υπό τον τίτλο «Εις τα Έμμετρα»: Κατακρίνοντας τους ανούσιους στίχους των φλύαρων και ευκολογράφων, που στιγματίζουν κατά κόρον και τη δική μας εποχή, χαρακτηρίζει μεταφορικά τα γραφόμενά τους ως «κενή γλωσσαλγία» και «μεστά… ληρημάτων, ψάμμου θαλασσών και σκνιπών Αιγυπτίων», υπονοώντας τους κακόβουλους πολέμιούς του Αιγυπτίους Επισκόπους.
Ο ίδιος, τονίζει, δεν εμφορείται από τη ματαιοδοξία του «ανθρωπαρεσκείν», αλλά τη φλόγα της θείας αποκάλυψης, παρόλο που λοιδορείται από τους «άμετρους ιαμβοποιούς και συγγραφείς αμβλωμάτων». Συνοψίζοντας τα κεντρίσματα που τον ώθησαν να γράψει ποίηση, διευκρινίζει στη συνέχεια: ο λακωνισμός στην περιεκτικότητα του ποιητικού λόγου, το ευχάριστο άκουσμα στον αναγνώστη των θείων εντολών με λυρικά άσματα, θυμίζοντας τους Σεφερικούς στίχους «Κι α σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές / είναι γιατί τ' ακούς γλυκότερα…», η αναμέτρησή του με τους εθνικούς στο λογοτεχνικό είδος της ποίησης και η παραμυθία της ποίησης στα γεράματα και στις ασθένειες, που παραπέμπει στον παράλληλο Καβαφικό στίχο «Τα φάρμακά σου φέρε Τέχνη της Ποιήσεως».
Επιπλέον, καθώς υποδεικνύει στο ποίημά του «Γνωμολογία τετράστιχος» και όπως καταφαίνεται από τα θεολογικά - δογματικά του ποιήματα ο στόχος του καθορίζει το θεολογικώς και πνευματικώς διδακτικό περιεχόμενο της ποίησής του.
Επομένως, ο έντεχνος ποιητικός λόγος δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά νομοτελειακά ουσιαστικός. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αυτοβιογραφικά του ποιήματα, τα παραινετικά Γνωμικά του τετράστιχα και το αλφαβητάριό του από 24 έμμετρες πνευματικές συμβουλές, που επηρέασαν μεταγενέστερους εκκλησιαστικούς συγγραφείς. Ψήγματα χρυσού δύο επίκαιροι αποφθεγματικοί στίχοι από την ακροστιχίδα: «Δεινόν πένεσθαι, χείρον δ’ ευπορείν κακώς». «Ύβριν χαλίνου, και μέγας έση σοφός».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου