Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος σὲ λόγο του «Εἰς τὸ ἅγιον Πάσχα» γράφει «Ἡμέρα ἀναστάσεως καὶ ἀρχὴ δεξιά. Ἂς λάμψωμεν ἀπὸ χαρὰ διὰ τὴν ἑορτήν, καὶ ἂς ἀγκαλιάσωμεν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον!
Ἂς εἴπωμεν, ἀδελφοί, ὄχι μόνον εἰς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀπὸ ἀγάπην μᾶς ἔχουν εὐεργετήσει ἤ ἔχουν εὐεργετηθῆ ἀπὸ ἡμᾶς, ἀλλὰ καὶ εἰς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι μᾶς μισοῦν, ἂς συγχωρήσωμεν τὰ πάντα μὲ τὴν εὐκαιρίαν τῆς ἀναστάσεως, ἂς δώσωμεν συγχώρησιν ὁ ἕνας εἰς τὸν ἄλλον».1
Σὲ λόγο του «Εἰς τὸν Γρηγόριον Νύσσης» λέει γιὰ τὴν ὄμορφη ἀρετὴ τῆς φιλίας: «Μὲ τίποτε ἀπὸ ὅ,τι ὑπάρχει εἰς τὸν κόσμον δὲν ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ συγκρίνη ἕνα πιστὸ φίλον, καὶ τὸ κάλλος του δὲν ἔχει ὅρια.
Ὁ πιστὸς φίλος εἶναι ἰσχυρὰ προστασία καὶ βασίλειον ὀχυρωμένον. Ὁ πιστὸς φίλος εἶναι ἔμψυχος θησαυρός. Ὁ πιστὸς φίλος εἶναι πολυτιμότερος ἀπὸ χρυσάφι καὶ πολλοὺς πολυτίμους λίθους. Ὁ πιστὸς φίλος εἶναι κῆπος περιφραγμένος καὶ πηγὴ σφραγισμένη, τὰ ὁποῖα ἀνοίγουν πότε- πότε, διὰ νὰ τὰ ἐπισκεφθῆ καὶ νὰ τὰ ἀπολαύση κανείς.
Ὁ πιστὸς φίλος εἶναι λιμάνι ἀναψυχῆς. Ἂν δὲ εἶναι καὶ πιὸ συνετός, πόσον καλύτερον εἶναι τοῦτο; Ἐὰν δὲ εἶναι καὶ πολὺ μορφωμένος καὶ διαθέτη παντοειδῆ μόρφωση, πόσον καλύτερον δὲν εἶναι αὐτό; Ἐὰν δὲ καὶ υἱὸς τοῦ φωτός ἤ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ἤ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος προσεγγίζει τὸν Θεόν, πόσον καλύτερον».2
Γιὰ τοὺς ποιμένες καὶ τοὺς πιστοὺς λέει σχετικά: « Ὅπως εἰς τὸ σῶμα ἄλλο μὲν μέρος ἄρχει καὶ ἔχει τὴν πρωτοκαθεδρίαν τρόπόν τινα, ἄλλο δὲ ἄρχεται καὶ ὁδηγεῖται, οὕτω καὶ εἰς τὰς ἐκκλησίας διέταξεν ὁ Θεὸς κατὰ τὸν νόμον τῆς ἰσότητος, ὁ ὁποῖος ἀποδίδει εἰς τὸν καθένα ὅτι ἀξίζει, ἡ χάριν τῆς προνοίας, διὰ τῆς ὁποίας συνήνωσε τὰ πάντα, οἱ μὲν νὰ ποιμαίνωνται καὶ νὰ διοικοῦνται καὶ νὰ κατευθύνωνται μὲ τοὺς λόγους καὶ τὰ ἔργα πρὸς ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον πρέπει νὰ πράξουν, οἱ ἄλλοι δὲ νὰ εἶναι ποιμένες καὶ διδάσκαλοι, διὰ νὰ διοικοῦν τὴν ἐκκλησία.
Εἶναι δὲ αὐτοί, ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀνώτεροι ἀπὸ τοὺς ἄλλους ὡς πρὸς τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν προσέγγισιν πρὸς τὸν Θεὸν τόσον, ὅσον εἶναι ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸ σῶμα ἤ ὁ νοῦς ἀπὸ τὴν ψυχήν. Τοῦτο δὲ συμβαίνει διὰ νὰ ἀναδειχθοῦν καὶ τὰ δύο ἕν πλῆρες σῶμα, πραγματικὰ ἀντάξιον καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τὴν κεφαλὴν ἡμῶν».3
Γιὰ τὴν κακία καὶ γιὰ τὸ ἀγαθὸ πολὺ παραστατικὰ ἀναφέρει: «Ἡ μὲν κακία εἶναι κάτι τὸ ὁποῖο ἐπιδιώκει κανεὶς εὔκολα καὶ εὑρίσκεται παντοῦ καὶ ὅτι τίποτε δὲν εἶναι τόσο εὔκολο ὅσο τὸ νὰ γίνουμε κακοί, ἔστω καὶ ἂν δὲν ὑπάρχη κανεὶς νὰ μᾶς ὁδηγήση πρὸς αὐτήν, ἐνῶ ἡ κατοχὴ τοῦ ἀγαθοῦ εἶναι κάτι σπάνιον καὶ πολὺ δύσκολον, ἔστω καὶ ἂν ὑπάρχη κάτι τὸ πολὺ μεγάλο, τὸ ὁποῖο, νὰ μᾶς σύρη καὶ νὰ μᾶς καλῆ πρὸς αὐτό».4
Σχετικὰ μὲ τὴν εὐσέβεια ἀναφέρει: «Εὐσέβεια δὲ δὲν εἶναι τὸ νὰ ὁμιλῆτε συχνὰ διὰ τὸν Θεό, ἀλλὰ τὸ νὰ εἶσθε διατεθειμένοι νὰ σωπαίνετε περισσότερον. Διότι ἡ γλώσσα, ὅταν δὲν κατευθύνεται ἀπὸ τὴν λογική, εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία προξενεῖ τὰ περισσότερα ὀλισθήματα εἰς τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ νὰ πιστεύετε ὅτι ἡ ἀκοὴ εἶναι πάντοτε πιὸ ἀκίνδυνη ἀπὸ τὸν λόγον καὶ ὅτι εἶναι πιὸ εὐχάριστο νὰ μαθαίνη κανεὶς κάτι παρὰ νὰ διδάσκη διὰ τὸν Θεὸν ἀφήνοντες τὴν λεπτομερεστέρα ἐξέτασιν τῶν πραγμάτων αὐτῶν εἰς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ὡς ἔργον των νὰ ὁμιλοῦν».5
Γιὰ τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ὁμόνοια, ποὺ θὰ πρέπει νὰ κυβερνᾶ τοὺς ἀνθρώπους μᾶς λέει: « Ἡ θάλασσα καὶ ἡ ξηρά ἤρεμα εἰσχωροῦν ἡ μία εἰς τὴν ἄλλη καὶ δίδουν καὶ παίρνουν ἡ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη κατὰ τρόπον καλὸν καὶ τρέφουν μὲ ἀγάπη τὸν ἄνθρωπο, εἰς τὸν ὁποῖον χορηγοῦν πλουσίως καὶ μὲ μεγάλην προθυμίαν ὅ,τι διαθέτουν;
Οἱ ποταμοὶ δὲ τρέχουν ἀνάμεσα ἀπὸ ὄρη καὶ πεδιάδας καὶ δὲν ξεπερνοῦν τὴν κοίτην των, διότι αὐτὸ δὲν εἶναι κάτι χρήσιμον, οὔτε ἐπιστρέφουν νὰ σκεπάσουν τὴν γῆν;… Ὅλα αὐτὰ ἔτσι ὅπως ἔχουν καὶ ὅπως κατευθύνονται καὶ κυβερνῶνται… τί ἄλλο θὰ ἠμποροῦσε κανεὶς νὰ νομίση ὅτι εἶναι ἐκτὸς ἀπὸ προτροπαὶ πρὸς τὴν φιλίαν καὶ τὴν ὁμόνοιαν καὶ ἀπὸ τὸ νὰ ὑπαγορεύουν εἰς τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὸ παράδειγμά των τὴν ὁμόνοιαν».6
Ὑποσημειώσεις:
1. Λόγος Α΄ Ἔκδ. Ε.Π.Ε. τόμ. 1 σελ. 65.
2. Λόγος ΙΑ´ τόμ. 1 σελ. 285.
3. Λόγος Β΄ τόμ. 1 σελ. 77.
4. Λόγος Β´ τόμ. 1 σελ. 89
5. Λόγος Γ΄ τόμ. 1 σελ. 223.
6. Λόγος ΣΤ΄ τόμ. 1 σελ. 255.
Ὀρθόδοξος Τύπος ἀρ. φύλ. 1960 25 Ἰανουαρίου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου