-πρόκειται γιὰ μία προτεσταντικὴ αἱρετικὴ κακοήθεια, ποὺ
εἰσῆλθε μέσα στὸν ὀργανισμὸ μερικῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας καὶ δὲν πρέπει
νὰ γίνη ἕνας ἐκκλησιαστικὸς κακοήθης ὄγκος ποὺ θὰ προσβάλη τὸν ὀργανισμὸ
τῆς Ἐκκλησίας».
«Μιὰ κυοφορουμένη αἵρεση στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία»
Τοῦ Μητρ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου
3. Εὐρύτερες ἀναλύσεις
. Ἡ σύντομη ἀντίκρουση τῆς
κυοφορουμένης αὐτῆς αἰρέσεως μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία
προηγήθηκε, μᾶς δίνει τὴν δυνατότητα νὰ προχωρήσουμε σὲ εὐρύτερες
ἐπισημάνσεις, οὐσιαστικὰ νὰ ἐπεκτείνουμε τὶς σκέψεις αὐτές, γιὰ νὰ
ἀντιμετωπισθῆ αὐτὴ ἡ ἐπικίνδυνη κατάσταση ποὺ μπορεῖ νὰ βλάψη τὰ μέλη
τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί, ὅπως φαίνεται καθαρά, πρόκειται γιὰ μία προτεσταντικὴ αἱρετικὴ κακοήθεια, ποὺ εἰσῆλθε μέσα στὸν ὀργανισμὸ μερικῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας καὶ δὲν πρέπει νὰ γίνη ἕνας ἐκκλησιαστικὸς κακοήθης ὄγκος ποὺ θὰ προσβάλη τὸν ὀργανισμὸ τῆς Ἐκκλησίας.
. Θὰ μποροῦσα πρὸς ἀνατροπὴ ὅλων αὐτῶν τῶν
θεωριῶν νὰ παραπέμψω στὸ δίτομο βιβλίο ποὺ ἐξέδωσα μὲ τίτλο «Ἐμπειρικὴ
Δογματική», μέσα στὸ ὁποῖο παρουσιάζεται ἡ διδασκαλία τοῦ αὐθεντικοῦ καὶ
γνησίου δογματολόγου π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, ὁ ὁποῖος γνώρισε ὅλες αὐτὲς
τὶς ἀπόψεις στὴν Ἀμερική, ἀπὸ τὴν σχολαστικὴ καὶ προτεσταντικὴ θεολογία
τὶς ὁποῖες σπούδασε, καὶ μᾶς παρουσίασε τὴν γνησιότητα τῆς πατερικῆς
σκέψης καὶ ζωῆς.
. Ὅλες αὐτὲς οἱ ἀπόψεις ποὺ διατυπώθηκαν ἀπὸ μερικοὺς συγχρόνους
θεολόγους ἀντιμετωπίζονται πολὺ καλὰ ἀπὸ τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, σὲ
κείμενα ποὺ θὰ δημοσιευθοῦν καὶ ἀργότερα, καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο τὸν ἔχουν δυσφημήσει πολύ.
. Ἀλλὰ ἡ ἀλήθεια θὰ λάμψη, ἀφοῦ δὲν θὰ ἀφήση ὁ Θεὸς τὸ ὄνειδος νὰ ἐπικρατήση μέσα στὸν ἁγιασμένο καὶ εὐλογημένο χῶρο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτὸ φάνηκε στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ αὐθεντικὸ θὰ ἀντέξη στὸν χρόνο καὶ στὶς πιέσεις, ἐνῶ τὸ ψεύτικο θὰ ἐξαφανισθῆ.
. Στὴν συνέχεια θὰ ὑπογραμμίσω
μερικὰ χαρακτηριστικὰ σημεῖα ποὺ ἀποδεικνύουν τὴν προτεσταντικὴ αὐτὴ
αἱρετικὴ κακοήθεια ποὺ ἐπηρέασε καὶ μερικοὺς Ὀρθοδόξους, ὥστε νὰ μὴ
γίνουν πνευματικὸς καὶ ἐκκλησιαστικὸς ὄγκος καὶ προκαλέση ἀσθένειες
στοὺς Χριστιανούς.
α. Οἱ προϋποθέσεις τοῦ ὀρθοδόξως θεολογεῖν
. Οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς
δίδαξαν ὅτι προκειμένου νὰ ἀντιμετωπισθῆ μία διδασκαλία πρέπει νὰ
τονίζωνται οἱ προϋποθέσεις τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας. Τὸ ἐρώτημα εἶναι:
ποιός τελικὰ εἶναι θεολόγος μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ ποιός μπορεῖ νὰ
θεολογῆ; Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στὴν ἀρχὴ
τῶν θεολογικῶν του λόγων, μὲ τοὺς ὁποίους ἀντιμετώπισε τὴν αἵρεση τῶν
Ἀρειανῶν, κυρίως τῶν Εὐνομιανῶν τῆς ἐποχῆς του, ποὺ ἦταν ἡ κυριότερη
αἵρεση μεταξὺ τῶν Ἀρειανῶν, οἱ ὁποῖοι Ἀρειανοὶ χρησιμοποιοῦσαν
φιλοσοφικὰ ἐπιχειρήματα, χρειάσθηκε νὰ κάνη λόγο γιὰ τὶς προϋποθέσεις
τοῦ ὀρθοδόξως θεολογεῖν, δηλαδὴ τόνισε ποιός μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ
θεολογῆ.
. Ἐκεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος κάνει λόγο γιὰ «τοὺς ἐν λόγῳ κομψούς»,
ποὺ χαίρονται «ταῖς βεβήλοις κενοφωνίαις» καὶ τὶς ἀντιθέσεις «τῆς
ψευδωνύμου γνώσεως», ἀλλὰ εἶναι καὶ «σοφισταὶ λόγων ἄτοποι καὶ
παράδοξοι». Μὲ τὸν φιλοσοφικὸ λόγο τῶν Εὐνομιανῶν «κινδυνεύει τεχνύδριον
εἶναι τὸ μέγα ἡμῶν μυστήριον». Τὸν εὐνομιανὸ ποὺ θεολογεῖ φιλοσοφικὰ
καὶ ζῆ ἐκτὸς τῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας τὸν ὀνομάζει «διαλεκτικὸν καὶ
λάλον».
. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο ξεκαθαρίζει γιὰ τὸ ποιὲς εἶναι
οἱ βασικὲς προϋποθέσεις τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας. Λέγει ὅτι ἡ θεολογία
δὲν εἶναι ὁποιοδήποτε ἔργο, μάλιστα αὐτῶν ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὰ χαμηλά.
Δὲν εἶναι ὅλων τὸ ἔργο νὰ θεολογοῦν, ἀλλὰ «τῶν ἐξητασμένων καὶ
διαβεβηκότων ἐν θεωρίᾳ καὶ πρὸ τούτων καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα κεκαθαρμένων ἢ
καθαιρομένων, τὸ μετριώτατον».
. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἀπαραίτητο, γιατί εἶναι ἐπικίνδυνο στὸν «μὴ
καθαρὸν ἅπτεσθαι καθαρῷ», ὅπως εἶναι ἐπικίνδυνη ἡ ἡλιακὴ ἀκτίνα σὲ
ἄρρωστο ὀφθαλμό. Ἔτσι, ἐκεῖνος ποὺ θεολογεῖ πρέπει προηγουμένως νὰ
καθαρισθῆ, ἀλλιῶς καταλήγει σὲ αἵρεση. Καὶ γιὰ νὰ ἔχη αὐτὲς τὶς
προϋποθέσεις τῆς θεολογίας πρέπει νὰ περάση μέσα ἀπὸ τὴν ἡσυχία. Δηλαδή,
μποροῦμε νὰ θεολογοῦμε «ἡνίκα ἂν σχολὴν ἄγωμεν ἀπὸ τῆς ἔξωθεν ἰλύος καὶ
ταραχῆς, καὶ μὴ τὸ ἡγεμονικὸν ἡμῶν συγχέηται τοῖς μοχθηροῖς τύποις καὶ
πλανωμένοις», σὰν νὰ ἀναμειγνύωνται τὰ καλλιγραφημένα γράμματα μὲ τὰ
ἄσχημα ἢ ἡ εὐωδία τῶν μύρων μὲ τὴν ἀκαθαρσία. Πρέπει κανεὶς προηγουμένως
νὰ σχολάση, γιὰ νὰ γνωρίση τὸν Θεό. «Δεῖ γὰρ τῷ ὄντι σχολᾶσαι καὶ
γνῶναι Θεόν».
. Ἡ διδασκαλία αὐτὴ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ποὺ
προτάσσεται τῶν θεολογικῶν του λόγων, δείχνει καθαρὰ ὅτι δίνεται μεγάλη
σημασία στὶς προϋποθέσεις τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, γιατί ὅταν αὐτὲς οἱ
προϋποθέσεις ἀλλοιώνωνται, τότε ἀναποδράστως ὁ ἄνθρωπος ὁδηγεῖται σὲ
ἀπόκλιση ἀπὸ τὴν ἀλήθεια καί, ἑπομένως, στὴν κακοδοξία καὶ τὴν αἵρεση.
. Ἔτσι, οἱ ἀπαραίτητες
προϋποθέσεις τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας εἶναι ἡ ἱερὰ ἡσυχία, ἡ σχόλη κατὰ
Θεόν, ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὰ πάθη, ὁ φωτισμὸς τοῦ νοῦ. Αὐτὰ
ποὺ λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος δὲν εἶναι μία ἄλλη μεταγενέστερη
ἐκκλησιολογία, ἀλλὰ ἡ ὀρθὴ ἐκκλησιολογία, ποὺ τὴν συναντᾶμε στοὺς
Ἀποστόλους, ἀλλὰ καὶ τοὺς Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, καὶ ὅταν αὐτὴ
καταργῆται, τότε δὲν ὑπάρχει καμμιὰ βεβαιότητα γιὰ τὴν ἀπόδοση τῆς
ὀρθοδόξου διδασκαλίας καὶ ἐκκλησιολογίας.
. Στὸν Λόγο στὰ Θεοφάνεια, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὁμιλεῖ γιὰ
τὴν κάθαρση, τὴν ἔλλαμψη καὶ τὴν θέωση ὡς ἀπαραίτητη προϋπόθεση τῆς
ὀρθοδόξου θεολογίας, γιὰ νὰ φθάση ὁ ἄνθρωπος στὸ χάρισμα τῆς ἀληθείας
καὶ νὰ δουλεύη «Θεῶ ζῶντι καὶ ἀληθινῷ».
. Μόνον ἔτσι μπορεῖ κανεὶς νὰ φιλοσοφῆ-θεολογῆ περὶ τοῦ Θεοῦ. Καὶ
στὴν συνέχεια καθορίζει τὸν τρόπο τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας: «Οὗ γὰρ
φόβος, ἐντολῶν τήρησις· οὗ δὲ ἐντολῶν τήρησις, σαρκὸς κάθαρσις τοῦ
ἐπιπροσθοῦντος τῇ ψυχῇ νέφους, καὶ οὐκ ἐῶντος καθαρῶς ἰδεῖν τὴν θείαν
ἀκτῖνα· οὗ δὲ κάθαρσις, ἔλλαμψις· ἔλλαμψις δέ, πόθου πλήρωσις, τοῖς τῶν
μεγίστων, ἡ τοῦ μεγίστου, ἡ ὑπὲρ τὸ μέγα ἐφιεμένοις».
. Αὐτὸ εἶναι ἀπαραίτητο «διὰ τοῦτο καθαρτέον ἑαυτὸν πρῶτον, εἴτα
τῷ καθαρῷ προσομιλητέον». Σαφέστατα ἐδῶ γίνεται λόγος γιὰ κάθαρση,
ἔλλαμψη-φωτισμὸ καὶ πορεία πρὸς τὸ «μέγα», δηλαδὴ τὴν ὅραση τοῦ ἀκτίστου
Φωτός, τὴν θεοπτία, ὁπότε ἀποκτᾶται ἡ ἀληθινὴ θεογνωσία.
. Ἡἱερὰἡσυχία εἶναι ὁὀρθόδοξος τρόπος ζωῆς, ὅπως τὴν συναντᾶμε στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶὅπως τὴν ἔζησαν οἱ Προφῆτες, οἱἈπόστολοι καὶ οἱἅγιοι διὰ μέσου τῶν αἰώνων. Δὲν πρόκειται γιὰ μία «ἐκκλησιολογία» μεταγενέστερη ποὺὑποσκέλισε καὶἐξουδετέρωσε τὴν «ἀρχέγονη ἐκκλησιολογία». Οὔτε μερικοὶ Πατέρες ἐπηρέασαν τοὺς ἄλλους μεταγενέστερους Πατέρες.
. Διερωτῶμαι: ὅσοι διατυπώνουν τέτοιες ἀπόψεις θεωροῦν τοὺς
Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἀνόητους καὶ ἀνώριμους ποὺ δέχονται ἁπλῶς
ἀνέλεγκτα μερικὲς θεωρίες ποὺ δημιούργησαν κάποιοι ἄλλοι, καὶ οἱ ὁποῖες
θεωρίες ἀλλοιώνουν τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ὁπότε συντελοῦν καὶ αὐτοὶ
ἀφελῶς στὴν παρέκλιση ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία;
. Καὶ τὸ χειρότερο εἶναι ὅτι δῆθεν ἔρχεται στὴν συνέχεια ἡ
Ἐκκλησία διὰ τῶν Πατέρων στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους καὶ κατοχυρώνει
αὐτὴν τὴν ἀλλοίωση! Ἀπορῶ πῶς τέτοια σοφίσματα ὑποστηρίζονται ἀπὸ δῆθεν ὀρθοδόξους, ποὺἀναμασοῦν τὶς διατυπωθεῖσες προτεσταντικὲς ἀπόψεις.
. Ἡ ἄποψη ποὺ ἀναφέραμε προηγουμένως παραθεωρεῖ
τελείως τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν
διδασκαλία ὅτι οἱ ἅγιοι εἶναι θεούμενοι, ὅπως ἐπανειλημμένως τονίζεται
στὰ κείμενα τῶν Πατέρων καὶ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
. Κάνοντας λόγο γιὰἡσυχαστικὸ τρόπο ζωῆς ἐννοοῦμε ὅλη τὴν εὐαγγελικὴ ζωή, ποὺἀναφέρεται στὸν ἀγώνα γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τοῦ διαβόλου, τοῦ θανάτου καὶ τῆς ἁμαρτίας, γιὰ τὴν θεραπεία τῶν λογισμῶν, τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, τὴν ἐνεργοποίηση τῆς νοερᾶς ἐνεργείας, ὥστε ὁ νοῦς νὰ προσεύχεται καθαρὰ στὸν Θεό, τὴν ἀπόκτηση τῆς ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης, τὴν θεραπεία τοῦ τριμεροῦς τῆς ψυχῆς κλπ. Αὐτὴἡἀσκητικὴ ζωὴ συνδέεται στενότατα μὲ τὴν μυστηριακὴ ζωὴ καὶἀποτελεῖ τὴν πεμπτουσία τοῦ εὐαγγελικοῦ–ἐκκλησιαστικοῦ τρόπου ζωῆς.
. Ἐδῶ πρέπει νὰ σημειωθῆ ὅτι ὁ Εὐάγριος ὁ
Ποντικός, γιὰ τὸν ὁποῖο οἱ νέοι προτεσταντίζοντες θεολόγοι θεωροῦν ὅτι
εἰσήγαγε τὴν παρέκκλιση ἀπὸ τὴν «ἀρχέγονη ἐκκλησιολογία» καὶ ὅτι δῆθεν
αὐτὸς ἐπηρέασε τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, χειροτονήθηκε διάκονος ἀπὸ
τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο καὶ ὑπηρέτησε ὡς διάκονός του, ὅταν
ἐκεῖνος ἦταν Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Βεβαίως, ὁ Εὐάγριος
δέχθηκε ἕναν ἐπηρεασμὸ ἀπὸ τὸν Ὠριγένη σὲ μερικὲς ἀπόψεις, ἀλλὰ σὲ
θεολογικὰ θέματα ἐπηρεάσθηκε ἀπὸ τοὺς Καππαδόκες Πατέρες, μάλιστα δὲ
στὴν ἀσκητική του διδασκαλία ἀποτυπώνεται ἡ μοναχικὴ παράδοση τῆς
ἐρήμου, ὅπως βιωνόταν στὴν ἐποχή του, ὅπως ὑποστηρίζει ὁ π. Γεώργιος
Φλωρόφσκυ.
. Πάντως, ἡ θεολογία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου δὲν μπορεῖ
νὰ θεωρηθῆ ὡς ἐπηρεασμὸς ἀπὸ τὸν Εὐάγριο τὸν Ποντικό, μᾶλλον τὸ ἀντίθετο
ἔγινε, ὅτι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στὰ ἡσυχαστικὰ θέματα ἐπηρέασε
τὸν Εὐάγριο, ὁ ὁποῖος διετύπωσε αὐτὴν τὴν ἡσυχαστικὴ παράδοση μὲ τὸν
δικό του λεκτικὸ τρόπο.
. Ἐδῶ πρέπει νὰ σημειώσω ὅτι ὁ τίτλος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου εἶναι
Θεολόγος καὶ ὄχι Ναζιανζηνός, ὅπως τὸν ἔλεγαν περιφρονητικὰ οἱ ἐχθροί
του ἀρειανοὶ στὴν ἐποχή του καὶ τὸ ἐπαναλαμβάνουν καὶ οἱ Προτεστάντες
στὴν ἐποχή μας, ἀλλὰ καὶ μερικοὶ Ὀρθόδοξοι ποὺ ἐπηρεάζονται ἀπὸ αὐτούς.
Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι θὰ τὸν ἀποκαλοῦμε ὅπως τὸν χαρακτηρίζει ἡ Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία, ἤτοι ἅγιο Γρηγόριο Θεολόγο, Ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως.
. Μὲ ὅσα γραφοῦν στὴν συνέχεια, θὰ διευκρινισθῆ ἀκόμη περισσότερο ἡ διδασκαλία αὐτὴ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου