Σάββατο 28 Μαρτίου 2015

»Άρατε τόν σταυρόν ημών και ακολουθείτε με».


Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι,καγώ αναπαύσω υμάς.Άρατε τον ζυγόν μου εφ’ υμάς και μάθετε απ’ εμού,ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία,και ευρήσεται ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών.Ο ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστίν.
(Μτ 11′,28-30)
Είναι πολύ δύσκολο να εφαρμόσουμε το »άρατε τόν σταυρόν ημών και ακολουθείτε με». Όταν αποφασίσουμε να ακολουθήσουμε τον Χριστό, καθημερινά η ζωή μας γίνεται μέρα παθημάτων, δακρύων και πόνων. Η ψυχή αφημένη μέσα στη θεϊκή πρόνοια, μέσα στην άπειρη αγάπη του Θεού, σηκώνει το σταυρό της δοξάζοντας τον Θεό που την αξιώνει να υποφέρει γι’ Αυτόν. Ο πόνος γίνεται γλυκύς γιατί τον γλυκαίνει η αγάπη Του. Ξέρει ότι πριν από τον σταυρό προηγείται η Γεσθημανή, γιατί εκεί πρέπει να οδηγηθούμε. Η προσευχή μας, δεν πρέπει να είναι ατομική, αλλά για ολόκληρο τον κόσμο. Αυτό που θα μας οδηγήσει σ’ αυτήν την προσευχή της Γεσθημανή, είναι να αγαπήσουμε τον πλησίον μας όπως τον εαυτό μας και να ζούμε σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού.
Μέσα στους βίους των Αγίων μας βλέπουμε ότι κανείς δεν πήρε την χάρη χωρίς να έχει πρώτα σηκώσει έναν σταυρό. Τον σταυρό του πόνου, της ασθένειας, του μαρτυρίου.
ΠΗΓΗ:(Η ΑΓΙΑ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΤΡΩΝΑ Η ΑΟΜΑΤΗ, ο όγδοος στύλος της Ρωσίας – Ιερά Καλύβη Αγίου Χαραλάμπους,Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος – Γ.Ιλαρίων μοναχός)

Η έννοια του προσώπου.


Του κ.Παναγιώτη Πολυχρονόπουλου, Θεολόγου.
Η έννοια του προσώπου, η οποία ανέκαθεν κατείχε δεσπόζουσα θέση στην πατερική θεολογία, ανέκτησε τα τελευταία χρόνια τη σπουδαιότητά της στους κόλπους της ακαδημαϊκής θεολογίας, εγείροντας, φυσικά, ισχυρές αντιπαραθέσεις. Ωστόσο την πλέον δυναμική προσέγγιση στη σύγχρονη θεολογία του προσώπου συναντούμε στο Γέροντα Σωφρόνιο Σαχάρωφ, ο οποίος για το λόγο αυτό χαρακτηρίστηκε «θεολόγος της Υποστατικής Αρχής».[1]
κορίτσιΗ σκέψη του Γέροντος Σωφρονίου και η περί Προσώπου – Υποστάσεως αντίληψή του, αν και δεν είναι άμοιρη της ακαδημαϊκής θεολογίας και της φιλοσοφίας, κινείται κυρίως στον χώρο της εμπειρικής θεολογίας. Σε όλα σχεδόν τα κείμενά του η ανάδυση της υποστατικής αρχής στον άνθρωπο θεωρείται πάντα μέσα από τις σχέσεις Θεού – ανθρώπου και ανθρώπου – συνανθρώπου. Η διαρκής αυτή κοινωνικότητα, είτε κατακόρυφη, είτε οριζόντια[2] αποτελεί τον μοναδικό χώρο κατανόησης του βάθους της Υποστάσεως στον Θεό και τον άνθρωπο. Η κατανόηση βέβαια αυτή έχει κατ’ εξοχήν εσχατολογικό χαρακτήρα. Είναι δηλαδή αδύνατον να λάβει χαρακτήρα πληρότητας σε αυτήν την ζωή. Αυτό θα συμβεί μόνο στον μέλλοντα αιώνα. Ωστόσο ο άνθρωπος κατά την εμπειρική αναζήτηση της Υποστατικής Αρχής μέσα του, η οποία ταυτίζεται με την ασκητική οδό της Ορθόδοξης Εκκλησίας μπορεί να φθάσει σε μεγάλα μέτρα πείρας ακόμη και σε αυτήν την ζωή. Τα μέτρα αυτά ποικίλλουν ανάλογα με την δεκτικότητα, τον αγώνα και κυρίως την ευδοκία της Θείας Χάριτος[3]. Βασικό στοιχείο της περί του προσώπου θεολογίας του Γέροντα Σωφρονίου είναι εκείνο της «υποστατικής προσευχής»[4] την οποία παρομοιάζει με την προσευχή του Ιησού στη Γεθσημανή, μια προσευχή υπέρ των αμαρτιών του κόσμου, η οποία μεταφέρει τον άνθρωπο σε νέα οντολογική πραγματικότητα, την πραγματικότητα της «πρόσωπον προς Πρόσωπον» προσευχής προς τον Θεό, με την οποία ο άνθρωπος «γίνεται φορέας της θείας ζωής και αποβαίνει πρόσωπο – υπόσταση».[5]
Κατά τον Χ. Τερέζη η ορθόδοξη ανθρωπολογία «ασχολείται πρωτογενώς με το ποια είναι η σύσταση τους ανθρωπίνου όντος». Δεν πρόκειται βέβαια για την βιολογική – επιστημονική σύσταση του ανθρώπου διότι η ορθόδοξη θεολογία γνωρίζει ασφαλώς ότι «ως ζώσα και έλλογη» η ανθρώπινη ύπαρξη «αποτελεί την κατ’ εικόνα Θεού αισθητή παρουσία».[6] «Υστερογενώς», κατά τον ίδιο,  η ορθόδοξη ανθρωπολογία ασχολείται με την ηθική αναζητώντας την «εσωτερική πρόθεση» και την «πρακτική συμπεριφορά» του ανθρώπου «που θα μπορούσαν να επικυρώσουν αξιόπιστα […] τον θείο αυτό εξεικονισμό».[7]
Επιχειρώντας μια γενική θεώρηση της έννοιας του προσώπου, αυτό αποτελεί «μια αυστηρά συγκεκριμένη ανθρώπινη παρουσία που βρίσκεται σε μια ειδικού τύπου υπαρξιακή κατάσταση».[8] Το πρόσωπο διαθέτει μοναδικά και ανεπανάληπτα χαρακτηριστικά, που το καθιστούν μεν οικείο, διότι είναι ανθρώπινο πρόσωπο, αλλά και απόλυτα συγκεκριμένο και διαφορετικό από όλα τα άλλα πρόσωπα. Τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του προσώπου δεν το εμποδίζουν να αναπτύξει σχέσεις με τα υπόλοιπα πρόσωπα, αντίθετα του παρέχουν τη δυνατότητα και την ευχέρεια να αναφέρεται σε ό, τι το περιβάλλει, είτε αυτό είναι άλλα πρόσωπα, είτε αυτό καθ’ εαυτό το φυσικό περιβάλλον. Το πρόσωπο έχει διττό χαρακτήρα. Το πρώτο χαρακτηριστικό του είναι η συγκροτημένη ατομικότητά του, η οποία «βρίσκεται σε διαρκή αυτορρύθμιση» διότι κατέχει ένα πλήθος ιδιοτήτων, που απαιτούν τη διατήρηση οργανικής ενότητας μεταξύ τους, «για να μην οδηγούνται στο χάος των ασυντόνιστων εκδηλώσεων και να προσδιορίζονται από την ιδιαίτερη και ανεπανάληπτη υφή της ατομικότητάς» του.[9] Το δεύτερο χαρακτηριστικό του προσώπου είναι η δυνατότητά του να «εξακτινώνεται προς μια πολυποίκιλη επικοινωνία με τρόπο εκρηκτικό και ανανεούμενο».[10] Είναι η εκστατική λειτουργία του προσώπου με τη οποία υπερβαίνει την ιδιαιτερότητά του και «αναπτύσσει μια ευελιξία να συνάπτεται άμεσα με οποιαδήποτε άλλη παρουσία».[11] Η ανθρώπινη υπόσταση, ως πρόσωπο «ορθώνει και διατηρεί την ταυτότητα με τον εαυτό της» και ταυτόχρονα «καθιστά την ετερότητα εφαλτήριο αμοιβαιότητας και αλληλοδιείσδυσης».[12] Πρόσωπο δεν είναι το περιχαρακωμένο στον εαυτό του άτομο, που βιώνει την απομόνωσή του από το κοινωνικό σύνολο, αλλά η ανθρώπινη ύπαρξη που βιώνει την ιδιαιτερότητά της ως συμπληρωματικότητα αναπτύσσοντας την αμοιβαιότητα και την κοινωνία με τα άλλα πρόσωπα. Η υπεροχή του ανθρώπου σε σχέση με την υπόλοιπη δημιουργία του Θεού δεν αφορά στη λογική που ο άνθρωπος διαθέτει αλλά στη δυνατότητά του να «κοινωνεί» με τους άλλους ανθρώπους. Η κοινωνία αφορά τη δημιουργία μεταξύ των ανθρώπων σχέσεων οι οποίες τους απελευθερώνουν από τον εγωκεντρισμό αλλά και από τα όριά τους και τους παρέχουν τη δυνατότητα να αναφέρονται στο Θεό. Μέσω της κοινωνίας ο άνθρωπος καθίσταται πρόσωπο.[13]
Παρατήρηση: Συνεχίζουμε τη δημοσίευση με τη μορφή σειράς άρθρων της εργασίας “ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ: ΤΑ ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΑΠΟΔΟΧΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΟΡΕΥΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ” του θεολόγου Παναγιώτη Πολυχρονόπουλου.


[1] Νικόλαος Γ. Κόιος, Θεολογία και εμπειρία κατά τον Γέροντα Σωφρόνιο, σ.16
[2] Γεώργιος Ι Μαντζαρίδης, Χριστιανική Ηθική, εκδ. Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2000, σ.184
[3] Σωφρόνιος (Σαχάρωφ) Αρχιμανδρίτης, Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σ.116
[4] Σωφρόνιος Σαχάρωφ, Περί προσευχής, Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 1994, σ.54
[5] Νικόλαος Γ. Κόιος, ό.π., σ.69
[6] Τερέζης Χ, ό.π., σ.23
[7] Ό.π.
[8] Ό.π., σ.26
[9] Τερέζης Χ, ό.π., σ.26
[10] Ό.π.
[11] Ό.π.
[12] Ό.π.
[13] Μητρ. Περγάμου Ιωάννης Δ. Ζηζιούλας, Η κτίση ως Ευχαριστία. Θεολογική προσέγγιση στο πρόβλημα της Οικολογίας, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1998, σ.45

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

Το Ιερό Κοινόβιο της Ορμύλιας Χαλκιδικής, το μεγαλύτερο γυναικείο μοναστήρι στην Ελλάδα

Το Ιερό Κοινόβιο της Ορμύλιας Χαλκιδικής, το μεγαλύτερο γυναικείο μοναστήρι στην Ελλάδα

Στα βόρεια παράλια του κόλπου της Κασσάνδρας, σε μια καταπράσινη περιοχή από ελαιώνες και αμπελώνες, ανάμεσα στις κοινότητες Βατοπεδίου και Ορμύλιας, ιδρύθηκε το 1974 το γυναικείο Ιερό Σταυροπηγιακό και Πατριαρχικό Κοινόβιο του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, γνωστό ως μοναστήρι της Ορμύλιας. Είναι το μεγαλύτερο γυναικείο μοναστήρι στην Ελλάδα με 120 περίπου μοναχές και με οικουμενική ακτινοβολία.
Μαρτυρίες για την ύπαρξη του βατοπεδινού μετοχίου έχουμε από τον 12ο αιώνα. Στο χώρο υπήρχε ένα κεντρικό κτίριο του 1903, ένα μικρό εκκλησάκι αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και λίγοι μικροί αποθηκευτικοί χώροι.
Το 1974 αγοράζεται από την αγιορείτικη Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας και υπό την καθοδήγηση του γέροντος Αιμιλιανού του Σιμωνοπετρίτου, δίνεται για την εγκατάσταση της γυναικείας αδελφότητας. Αναπτύχθηκε ραγδαία και, υπό την σκιά της αγιορείτικης πνευματικής κληρονομιάς, το μετόχι της Σιμωνόπετρας αποτελεί πρότυπο του μοναστικού κοινοβίου στην Ελλάδα.
Οι υπέροχες εγκαταστάσεις με τα φιλοτεχνημένα από τις μοναχές, ψηφιδωτά δάπεδα και τις τοιχογραφίες, συνδυάζονται με εργαστήρια ζωγραφικής, υφαντικής, ιεροραφείο, ιατρείο, κτηνοτροφικές μονάδες κ.α.
Εκτός αυτών η μονή επιτελεί τεράστιο κοινωνικό έργο. Ένα χιλιόμετρο περίπου από το μοναστηριακό συγκρότημα βρίσκεται το κέντρο «Παναγιά η φιλανθρωπινή» με τομέα ιατρικής πρόληψης και έρευνας και τομέα διάγνωσης έργων τέχνης. Περιλαμβάνει εργαστήρια παθολογίας, οδοντιατρικής, μικροβιολογίας, μαστογράφο, μεγάλη αίθουσα συνεδρίων με δυνατότητα προβολών και μεταγλώττισης καθώς και ξενώνα με δυνατότητα φιλοξενίας 30 ατόμων. Στα εργαστήριά του παρέχεται προληπτική ιατρική με έγκαιρη διάγνωση καρκίνων του μαστού, της μήτρας, του δέρματος καθώς και ενημέρωση του κόσμου σε θέματα προληπτικής ιατρικής (κάπνισμα, διατροφή, ναρκωτικά, AIDS) και πρόληψη στην παιδική ηλικία (καρδιοπάθειες, μεσογειακή αναιμία, προβλήματα ανάπτυξης).
Το Ιερό Κοινόβιο επισκέπτονται χιλιάδες προσκυνητές κάθε χρόνο και εντυπωσιάζονται από την οργάνωση και την επιβλητικότητα του χώρου. Ηγουμένη είναι η Γερόντισσα Νικοδήμη. 
Η μονή πανηγυρίζει στις 25 Μαρτίου και στις 22 Ιουλίου της Αγίας Ισαποστόλου Μαρίας της Μαγδαλινής, προστάτιδας της κυριάρχου Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους.
Τηλ.: (+30) 23710-41278 και 23710-21338

Πηγή Φωτ.: pemptousia.gr

Παρασκευή 13 Μαρτίου 2015

Θεόκλητος Διονυσιάτης: Εισαγωγή στη Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, α΄ τόμος)

Λέγουν οι άγιοι Πατέρες, ότι ο Θεός ετοιμάζει «πόρρωθεν» τα μεγάλα έργα Του. Πραγματικά, προνοεί και παρασκευάζει την γνωριμία δύο κατάλληλων «σκευών» του Πνεύματος, για να προσφέρει στο λαό Του την αποθησαυρισμένη αγιοπνευματική σοφία των εκλεκτών τέκνων Του, που κινδύνευε να αφανιστεί μέσα στις «κονιοβριθείς» και «σητόβρωτες» χειρόγραφες βιβλιοθήκες των ιερών Μοναστηριών.

Πρόκειται για την γνωριμία, φιλία και συνεργασία μεταξύ του αγίου Μακαρίου Κορίνθου και του από της νήσου Νάξου αγίου Νικοδήμου του αγιορείτη, που αποτελεί ευλογημένο σταθμό για την εκκλησιαστική γραμματεία, χάρη στον εμπλουτισμό της Εκκλησίας με ένα μεγάλο αριθμό πολύτιμων συγγραμμάτων, που προέκυψαν από την συνεργασία της ιερής αυτής «ξυνωρίδος».

Όπως προκύπτει από το βίο του αγίου Νικοδήμου, ύστερα από διετή παραμονή στη Μονή του αγίου Διονυσίου, αναχώρησε το 1777 για τις Καρυές του Αγίου Όρους, όπου συναντήθηκε με τον Άγιο Μακάριο επίσκοπο Κορίνθου, εκθρονισθέντα από τους Τούρκους για τη συμμετοχή της βυζαντινής προελεύσεώς οικογένειάς του των Νοταράδων, στην εξέγερση του 1770. Εκεί του παρέδωσε χειρόγραφα από ανθολογίες πατερικών κειμένων (μοναστικών, ασκητικών, ησυχαστικών, θεολογικών) για να τα επεξεργαστεί προς έκδοση.

Τα κείμενα αντεγράφησαν προφανώς από χειρόγραφους κώδικες των Μοναστηριών του Αγίου Όρους, αλλά δεν υπάρχουν στοιχεία που να διαφωτίζουν, αν από τα επιλεγέντα αφαιρέθησαν ή προσετέθησαν από τον άγιο Νικόδημο. Πάντως, ο θείος Νικόδημος, αφού διόρθωσε φιλολογικώς τα κείμενα, τα παρέβαλλε κριτικώς με άλλους κώδικες, παρέθεσε στα παρασέλιδα μερικές παρατηρήσεις του, έγραψε το Προοίμιο και τις σύντομες βιογραφίες των συγγραφέων και παρέδωσε το όλο έργο ύστερα από μια διετία στον άγιο Μακάριο. Αυτός στην συνέχεια, κατέφυγε στον γνωστό «καλό καγαθόν» πρίγκιπα της Μολδοβλοχίας Ιωάννη Μαυρογορδάτο, που συνάντησε στην Σμύρνη, ο οποίος ανέλαβε τις δαπάνες της εκδόσεως.

Στα κείμενα αυτά, που στο σύνολό τους εκφράζουν την αγάπη του καλού με πνευματική έννοια, που ταυτίζεται με το αγαθό, δόθηκε ο τίτλος «Φιλοκαλία», με την επεξηγηματική δήλωση, ότι η φιλία αυτή του καλού, εις αυτά τα υψηλά πνευματικά επίπεδα, ανήκει στους «Ιερούς Νηπτικούς», δηλαδή στους ασκητικούς εκείνους αγίους Πατέρες, που έφτασαν στην θεία κατάσταση της αδιάλειπτης νήψεως και εγρηγόρσεως του θεωθέντος νου τους. Και σε ένα τόμο μεγάλου σχήματος είδε η Φιλοκαλία το φως της δημοσιότητος στην Βενετία το 1782, που έλαμψε σαν τηλαυγής πνευματικός φάρος σε όλη την ελληνόφωνη Ορθοδοξία.

Αργότερα, ο γνωστός ρώσος ιερομόναχος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ, μετέφραση ολόκληρη την Φιλοκαλία στην Σλοβανική, που έγινε το εντρύφημα των Ορθοδόξων μοναχών και Σλαυικών λαών. Τον Παΐσιο ακολούθησε ο Θεοφάνης του Ταμπώφ, κατά το 1877, αλλά καινοτόμησε ο μεγάλος αυτός ασκητής, με την αφαίρεση ολοκλήρου του έργου του ιερομάρτυρος Πέτρου του Δαμασκηνού, των Κεφαλαίων του Καλλίστου Καταφυγιώτου και των Πρακτικών Κεφαλαίων του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, την θέση των οποίων κάλυψε με πρακτικότερα κείμενα των αγίων Εφραίμ του Σύρου, Βαρσανουφίου, Ιωάννου της Κλίμακος και Κατηχήσεων του Θεοδώρου του Στουδίτου.

Την Φιλοκαλία, βάσει της εκδόσεως του 1782, τύπωσε στην Αθήνα σε δύο τόμους ο Παναγ. Τζελάτης το 1893, προσθέσας και τα «περί Προσευχής Κεφάλαια» του Πατριάρχου Αγίου Καλλίστου. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μεταφράζονται στη Δύση αποσπάσματα της Φιλοκαλίας στα Γερμανικά, Αγγλικά και Γαλλικά, ενώ στη Ρουμανία μεταφράζεται ολόκληρο αυτό το μέγα έργο από τον γνωστό θεολόγο π. Δ. Στανιλοάε, διανθίσαντα με θεολογικά σχόλια τα μεταφρασθέντα κείμενα που τυπώθηκαν σε 10 τόμους.

Επίσης, για βιβλιογραφική ενήμερωση, πρέπει να λεχθεί, ότι εξέδωσαν στην Αγγλική γλώσσα δύο τόμους από τη ρωσική έκδοση, με κατ' επιλογήν κείμενα από τη Φιλοκαλία οι E. Kadloubovsky και G.E.H. Palmer, όπως παραλλήλως ο π. Jean Gouillard εξέδωσε ανθολογία, με θέματα αναφερόμενα στη νοερά προσευχή, μάλλον καρδιακή προσευχή, στη Γαλλική με τον τίτλο «Petite Philocalie de la Priere du Coeur», όλα παρμένα από το ελληνικό πρωτότυπο, που απετέλεσαν αφορμή να γίνει τόσο η νοερά προσευχή, όσο και η ασκητική και μυστική παράδοση της Ορθοδοξίας πιο γνωστές στο Δυτικό κόσμο, ώστε να καλλιεργείται σήμερα θερμό ενδιαφέρον για την ορθόδοξη πνευματική ζωή.

Στις εκδόσεις της Φιλοκαλίας στην ελληνική, πρέπει να προστεθεί και η έκδοση από τον εκδοτικό οίκο «Αστήρ», των αδελφών Αλ. Και Ευαγ. Παπαδημητρίου. Πρόκειται για ένα αληθινό εκδοτικό άθλο αγάπης και προσφοράς, που πρέπει να αναγνωρισθεί ως μία σημαντική προσφορά προς τον λαό του Θεού της ελληνόφωνης Ορθοδοξίας σε μια εποχή γεμάτη πνευματική σύγχυση από την εισβολή δυτικών ρευμάτων στον ορθόδοξο χώρο.

Προ εικοσαετίας σχεδόν ο εν λόγω εκδοτικός οίκος, ενθαρρυνόμενος από παράγοντες της Εκκλησίας, αποφάσισε την έκδοση, σύμφωνα με τα κείμενα της Βενετίας του 1782. Αλλά η έκδοση εκείνη είχε ατέλειες, κυρίως στη στίξη, σε τυπογραφικά αβλεπτήματα, αλλά δεν ήταν απαλλαγμένη και από ελάχιστα συντακτικά και λεκτικά λάθη. Επιστρατεύθηκε ο τότε διάκονος π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος και ανέλαβε την ευθύνη του επιμελητή της εκδόσεως. Έτσι η Φιλοκαλία αναδύθηκε «ιματισμένη», απαλλαγμένη από τα ποικίλα λάθη, αριθμήθηκαν τα κείμενα που δεν είχαν παραγράφους και το κυριώτερο, ανιχνεύθηκαν με πληρότητα σχεδόν οι αναφορές στις θείες Γραφές και καταχωρήθηκαν οι σχετικές παραπομπές. Η Φιλοκαλία έκτοτε προσφέρεται σε πέντε κομψούς τόμους, καλαίσθητους, με διχρωμία, ωραία βυζαντινά κοσμήματα, βιννιέτες, τους αγίους συγγραφείς αποδιδομένους σε γραμμικές ιχνογραφήσεις και στον πέμπτο τόμο παρατίθεται εκτεταμένο ευρετήριο. Ήδη η Φιλοκαλία του «Αστέρος» αριθμεί τέσσερις εκδόσεις, γεγονός που δίνει το μέτρο της απηχήσεώς της στον ορθόδοξο λαό μας.

Αλλά ο χρόνος, οι συνθήκες ακολουθούν τη νομοτέλειά τους, που συνοδεύεται από αλλαγές και μεταβολές. Ειδικότερα, έντονες μεταβολές έχουν σημειωθεί στη γλώσσα. Επόμενο λοιπόν είναι, η γλώσσα της Φιλοκαλίας να δημιουργεί πρόβλημα κατανοήσεώς της, ηπιότερο προ εικοσαετίας, οξύτερο τώρα και οξύτατο αργότερα. Από πολλά χρόνια είχε κατανοηθεί, ότι τα πατερικά κείμενα θα έπρεπε να καταστούν προσιτά στον πολύ ορθόδοξο λαό, με μια γλωσσική απλούστευση, πράγμα που συνεκίνησε αρκετούς για ένα τέτοιο έργο και συγκεκριμένως για ολόκληρη τη Φιλοκαλία. Αλλά το έργο απαιτούσε και χρόνο και ικανότητα και μια συγγενή γεύση προς τις πατερικές εμπειρίες. Εκείνος που αναδέχθηκε τον μόχθο του αθλήματος, ήταν ο ήδη μακαρίτης Εφέτης Αντ. Γ. Γαλίτης, πατέρας του πανεπιστημιακού καθηγητή της θεολογίας κ. Γεωργίου Γαλίτη, ο οποίος με αίσθηση ευθύνης, με αγάπη και γεύση των αγιοπνευματικών κειμένων, έφερε σε αίσιο πέρας το μέγα αυτό έργο. Ο υποφαινόμενος είχε την ευκαιρία να διαβάσει προ οκταετίας την θαυμάσια μεταφραστική εργασία του ανωτέρω δικαστικού, τον οποίο και προσωπικώς εγνώρισε, αλλά και να εξηγήσει, πως ένας λειτουργός της Θέμιδος κατόρθωσε να προσεγγίσει τον νου των αγίων Πατέρων και να αποδώσει με τόση ακρίβεια τα λεπτότατα εκ πνευματικής εμπειρίας νοήματά τους. Ο μακαρίτης ήταν από τη νεότητά του φιλομόναχος και εντρυφούσε πάντοτε στη Φιλοκαλία. Αυτό το στοιχείο, μαζί με την δεδομένη ορθόδοξη αίσθησή του, που του δωροφόρησε ο χριστιανικός πνευματικός του βίος, εξηγούν την επιτυχημένη απόδοση των φιλοκαλικών κειμένων σε μια σώφρονα ομιλουμένη γλώσσα, που επιχείρησε από αρκετά χρόνια, από την επιθυμία της μεταδόσεως στο ερύτερο ορθόδοξο κοινό των αγιοπνευματικών θησαυρών των Πατέρων.

Ο Θεός, στη συνέχεια, οικονόμησε και για την ωφέλεια των πιστών, δια της εκδόσεως της μεταφρασμένης σε απλούστερο γλωσσικό ιδίωμα Φιλοκαλίας. Την έτοιμη για την δημοσιότητα αυτή εργασία, ανέλαβε ο σχετικώς νέος εκδότης βιβλίων κ. Νικόλαος Χίτογλου. Ο οποίος από θείο ζήλο κινούμενος, θέλησε να προσφέρει το μνημειώδες αυτό απαύγασμα των υψηλοτέρων εν Αγίω Πνεύματι εμπειριών, στον ελληνόφωνο ορθόδοξο λαό μας, χωρίς εμπορικό υπολογισμό. Κι έτσι το μέγα αυτό έργο, που για πολλούς αδελφούς αποτελεί «κήπον κεκλεισμένον και πηγήν εσφραγισμένην», λόγω γλώσσας, θα γίνει κτήμα από το ευρύτερο κοινό.

Ως προς την σημασία των ανθολογημένων έργων των ιερών Νηπτικών, θα επαναλάβουμε, μαζί με τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, ότι η Φιλοκαλία είναι «...ταμείο της νήψεως, φυλακτήριο του νου, μυστικό σχολείο της νοεράς προσευχής, εξαίρετη υποτύπωση της πρακτικής αγωγής, απλανής οδηγός της πνευματικής θεωρίας, ο πατερικός Παράδεισος, η χρυσή αλυσίδα των αρετών, η συνεχής ενασχόληση με το όνομα του Ιησού, η σάλπιγγα που επαναφέρει τη χάρη και το μυριοπόθητο όργανο της θεώσεως...».

Οι χαρακτηρισμοί αυτοί αναφέρονται κυρίως στη νοερά προσευχή. Και όπως καταφαίνεται από όλο το Προοίμιο του Αγίου Νικοδήμου, σκοπός των εκδοτών της Φιλοκαλίας ήταν η προβολή της προσευχής αυτής, πράγμα πιστούμενο όχι μόνον από άλλα έργα του αγίου Νικοδήμου, αλλά και από την αδιάλειπτη νοερά προσευχή, που ασκούσαν οι δύο αυτοί Όσιοι σε όλο το βίο τους. Έτσι βλέπουμε σε αυθεντικές εικόνες του αγίου Μακαρίου, να τον αποδίδουν, παρ' ότι ήταν ιεράρχης, με μοναχική αμφίεση, με το κομβοσχοίνι στο χέρι και με ελαφρώς στραμμένη την οσία κεφαλή του προς τα αριστερά, όπως συνηθίζουν οι εργάτες της νοεράς προσευχής. Ο δε άγιος Νικόδημος, στις τελευταίες στιγμές της επίγειας ζωής του, επανελάμβανε την μονολόγιστη ευχή εκφώνως, γιατί δεν μπορούσε πλέον να την λέγει μυστικά, επειδή ο νους του είχε εξασθενήσει, όπως έλεγε.

Όμως η Φιλοκαλία δεν αποτελεί μόνο διδασκαλία της νοεράς προσευχής, αλλά και το σύνολο της πνευματικής εμπειρίας των αγίων Πατέρων, σε όλες τις διαστάσεις των κινήσεων του νου και της καρδιάς. Και αντιφεγγίζει τις αστραπές και τις ελλάμψεις του αγίου Πνεύματος επάνω στις καθαρές ψυχές των Αγίων, ως «καρπός του Πνεύματος», όπως και τα απηχήματα των πολέμων με τους αόρατους δαίμονες, τα ψεκτά πάθη και τις γοητείες του κόσμου.

Αν η Φιλοκαλία, ως συλλογή πατερικών κειμένων, δεν εξαντλεί όλο τον πλούτο της πατερικής γραμματείας, γίνεται φανερό, ότι αποτελεί ένα μόνο μέρος της και από ορισμένους μόνον αγίους Πατέρες. Αλλά πάντως εκπροσωπεί σε όλη την πληρότητά τους τις ποικίλες πνευματικές, ασκητικές, ησυχαστικές και θεολογικές εμπειρίες των θείων Πατέρων της Ορθοδοξίας, που διακρίνονται για την ενότητα στα ουσιώδη και την ιδιοτυπία τους, χάρη στην ιδιοπροσωπεία εκάστου. γι' αυτό και εμφανίζονται κάποιες ιδιομορφίες στα ασκητικά μέσα, στους τρόπους πνευματικής εργασίας, στον τονισμό ορισμένων αρετών και στην πνευματική και θεωρητική εμβέλεια εκάστου.

Πραγματικά, στο χώρο των Αγίων Πατέρων διαπιστώνουμε διακρίσεις, οφειλόμενες στη διαφορά φυσικής καταβολής, παιδείας, χαρακτήρα, δεκτικότητας χαρισμάτων, που προσδιορίζουν τις ιδιοτυπίες, αφού όπως λέγει ο Ομολογητής Μάξιμος, «το Άγιο Πνεύμα ενεργεί κατά την υποκειμένη διάθεση στην ψυχή» και ότι, «ούτε σοφία ενεργεί, ούτε λόγο στο μη δεκτικό σοφίας και λόγου νου», γεγονός που σημαίνει ότι αφήνει ανέπαφη την ελευθερία της ψυχής και ότι το Άγιο Πνεύμα ενεργεί ανάλογα προς τα προϋπάρχοντα φυσικά και επίκτητα στοιχεία εκάστου.

Ήδη αυτά εξηγούν την ποικιλία, τις ιδιοτυπίες και τις διαφόρου αποκλίσεως κινήσεις του νου των αγίων Πατέρων, όπως καταφαίνεται στη Φιλοκαλία και σε μη περιληφθέντα στο σώμα αυτό κείμενα. Το Πνεύμα το Άγιο για την οικοδομή της Εκκλησίας επιμερίζει τα χαρίσματα κατά την αναλογία της δεκτικότητας των φορέων τους και των ιδιοτυπιών τους, όπως ελέχθη, χωρίς να αίρεται η ενότητα της διδασκαλίας τους στα ουσιώδη, ενώ παραλλήλως «αθλούν νομίμως», με νηστείες, αγρυπνίες και προσευχές, με βαθιά ταπείνωση, με δάκρυα μετάνοιας και αγάπης και «τοις εκ βάθους στεναγμοίς».

Ο γνησίως ορθόδοξος αυτός τρόπος ασκητικής αγωγής και πνευματικής αθλήσεως παράγει «γνώση» αληθινή, γιατί επάνω στην καθαιρόμενη ψυχή αναλάμπει το φως της χάρης του αγίου Βαπτίσματος και σκηνώνει ο Παράκλητος, που ενεργεί τις ελλάμψεις και την μυστική ένωση μετά του Θεού. Και επειδή το Πνεύμα είναι ενοποιόν, «διαιρούν τα χαρίσματα», η ενότητα στη διδασκαλία των αγίων Πατέρων είναι ψηλαφητή και διαφαίνεται και μέσα από την ποικιλία των χαρισμάτων και των προσωπικών ιδιοτυπιών.

Θα έπρεπε εδώ να σημειωθεί, ότι η πνευματική ενότητα των Αγίων, η λεγόμενη «συμφωνία των Πατέρων», αποτελεί το υπέρτατο κριτήριο της αλήθειας, με το οποίο ελέγχονται οι παραχαράξεις, οι ημιαλήθειες, που εισάγουν στον περίβολο της Εκκλησίας «οι έχοντες την μόρφωσιν της ευσεβείας, την δε δύναμιν αυτής ηρνημένοι» (β΄ Τιμ. 3,5) και προκαλούν σύγχυση μεταξύ των πιστών, που ακόμη δεν έχουν τα αισθητήρια γεγυμνασμένα προς διάκρισην του καλού». Η μεγάλη και παντοτεινή πληγή για την Εκκλησία, είναι ο λανθάνων ορθολογισμός, οι αυθαίρετες φαντασίες, οι ψυχικοί συλλογισμοί, που δεν προήλθαν από την «νόμιμη άθληση», δηλαδή από την «πράξη», που αποτελεί την προϋπόθεση της «επιβάσεως» στη θεωρία. Και η «αχαλίνωτος θεωρία ώσειεν αν κατά κρημνών» λέγει ο Θεολόγος Γρηγόριος.

Από την άποψη αυτή η Φιλοκαλία, σαν κωδικοποιημένη διδασκαλία των θείων Πατέρων σε όλες τις διαστάσεις της πνευματικής ζωής και θεολογίας, είναι μία αληθινή ευλογία του Θεού, γιατί φρονηματίζει θεοφρόνως, ελέγχει οσίως, δακτυλοδεικτεί τον «μετασχηματιζόμενον εις άγγελον φωτός», χαρίζει την βεβαιότητα της αλήθειας «εν χάριτι», οδηγεί στην μετάνοια, προκαλεί την ταπείνωση, καλλιεργεί την διπλή αγάπη, καθαρίζει την ψυχή, ελλάμπει την καρδιά, θεώνει τον νου και ενώνει τον άνθρωπο με τον Θεό σε μια ερωτική αλληλοπεριχώρηση κατά τον λόγο του Χριστού: «εγώ εν υμίν και υμείς εν εμοί» (Ιω. 14,20).


Ίσως παρατηρηθεί ότι η Φιλοκαλία απευθύνεται κυρίως σε μοναχούς, αλλά θα αντιπαρατηρήσουμε ότι είναι προσιτή και ωφέλιμη και σε μη μοναχούς. Γιατί συντελεί στη διαμόρφωση της ψυχής ορθοδόξως, κι επομένως την προστατεύει από ηθικισμούς, που γεννούν αυτάρκεια «εν τοις ελαχίστοις» και μάταιη οίηση. Αλλά επιπλέον παρέχει και πλούσια πνευματικά στοιχεία για βίωση μέσα στον κόσμο, αφού είναι δεδομένη η ιεράρχηση κατά το «Φως μεν μοναχοίς άγγελοι. φως δε λαϊκοίς μοναχοί».

Άξιο και δίκαιο είναι να κλείσουμε τις γραμμές αυτές με τα λόγια του αγίου Νικοδήμου: «...Ελάτε όλοι οι Ορθόδοξοι, λαϊκοί και μοναχοί, όσοι τρέχετε να βρείτε την βασιλεία του Θεού, που υπάρχει μέσα σας, και τον θησαυρό που είναι στον αγρό της καρδιάς σας, δηλαδή τον γλυκύ Ιησού Χριστό. με το σκοπό όπως, αφού ελευθερωθεί ο νους σας από την αιχμαλωσία στα γήινα και από την άτακτη περιφορά του και καθαρθεί από τα πάθη η καρδιά με την αδιάλειπτη και φοβερή επίκληση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, με τη συνέργεια των άλλων αρετών, που διδάσκονται στο βιβλίο αυτό, ενωθείτε πρώτα με τον εαυτό σας και δια του εαυτού σας με τον Θεό, σύμφωνα με την παράκληση του Κυρίου Ιησού προς τον Πατέρα, που είπε: «ίνα ώσιν εν, ως ημείς εν εσμέν». Κι έτσι, ενωμένοι με το Θεό και τελείως αλλοιωμένοι από την ενέργεια και έκσταση του θείου έρωτα, θεωθείτε στο πιο υψηλό επίπεδο, με νοερή αίσθηση και αδίστακτη βεβαιότητα, επανερχόμενοι στον πρώτο σκοπό του Θεού – που ήταν η θέωση του ανθρώπου – να δοξάζετε τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, τη μία θεαρχικότατη Θεότητα, στην οποία πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση στους αιώνες των αιώνων. Αμήν».
--------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, α΄τόμος, σελ. 11-16).

γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου: Νήψις - Προσευχή - Εξομολόγησις

Αγαπητά μου παιδιά,

Σήμερα θα πούμε ολίγα πράγματα για τη μεγάλη αρετή της νήψεως.

Όπως θα γνωρίζετε, η νήψις είναι πατερική διδασκαλία, είναι βίωμα των μεγάλων νηπτικών πατέρων της Εκκλησίας και δη της ερήμου. Η λέξη "νήψις" προέρχεται εκ του "νήφω" , που σημαίνει αγρυπνώ, φρουρώ, επισκοπώ, παρατηρώ, επιβλέπω, παρακολουθώ. Αυτά όλα οι Πατέρες τα συνοψίζουν σε μια αδιάλειπτη προσοχή του νοός.
Η νήψις εικονίζεται με την αξίνα, η οποία καταρρίπτει τα μεγάλα δένδρα χτυπώντας τη ρίζα τους. Κι όταν χτυπηθεί η ρίζα, δεν ξαναφυτρώνουν. Έτσι και όταν ο νους του ανθρώπου, του χριστιανού, έχει την προσοχή αυτή της νήψεως, φρουρεί την καρδιά και τις πέντε αισθήσεις, τόσον τις σωματικές όσον και τις πνευματικές, της ψυχής. Όταν ο νους νήφει, όταν προσέχει, όταν φρουρεί τα διανοήματα, τις σκέψεις, όταν ελέγχει την φαντασία, τότε όλος ο άνθρωπος ψυχοσωματικά διατηρείται καθαρός. Και όταν ο άνθρωπος δια της νήψεως και της εργασίας της πνευματικής καθίσταται καθαρός, οι προσευχές του έχουν παρρησία προς τον Θεό, διασχίζουν τον αιθέρα, ξεπερνούν τους αστέρας, διέρχονται τους ουρανούς και πλησιάζουν στον θείο θρόνο της χάριτος, όπου δέχονται τις ευλογίες του Θεού. Και ο άνθρωπος προσευχόμενος ούτως, πλουτίζει την κατά Θεόν χάριν.

Μας λέγουν οι νηπτικοί πατέρες ότι ένας λογισμός μάς ανεβάζει εις τον ουρανόν και ένας μας κατεβάζει εις την κόλασιν. "Εν τοις λογισμοίς μας βελτιούμεθα ή αχρειούμεθα". Δηλαδή ένας λογισμός, ο οποίος απρόσεκτα θα μας προσβάλλει, θα μας δηλητηριάσει, θα μας ηδονίσει, μπορεί να μας καταστήσει αξίους για την κόλαση. Ένας λογισμός θεϊκός, ένας λογισμός αυταπαρνήσεως, ένας λογισμός ανδρείας, ένας λογισμός προσευχής και θεωρίας, μας αξιώνει να πλησιάσουμε τον Θείο Θρόνο και να γευθούμε πράγματα ουράνια. Από τους λογισμούς ή θα γίνουμε ακάθαρτοι ή θα γίνουμε καλύτεροι. Η αρχή των αμαρτημάτων ξεκινά από τους λογισμούς.

Οι λογισμοί πηγάζουν από τις πέντε αισθήσεις, τόσον τις πνευματικές, όσον και τις σωματικές. Όταν αφήσουμε την αίσθηση των οφθαλμών ανεξέλεγκτη και βλέπει ο,τιδήποτε απρόσεκτα, αυτή η απροσεξία θα γεννήσει μια σωρεία από εικόνες βρώμικες και αμαρτωλές. Αυτές οι εικόνες αφού εισαχθούν στο φανταστικό, μετά στάζουν δηλητήριο αμαρτωλής ηδονής μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Αυτή η ηδονή είναι το δηλητήριο, με το οποίον δηλητηριάζεται η καρδιά και γίνεται τότε ακάθαρτη και ένοχη εμπρός εις τον ακοίμητον οφθαλμόν του Θεού.

Όπως η αίσθησις των οφθαλμών, έτσι είναι και της αφής, έτσι είναι και της γεύσεως και της ακοής και της οσφρήσεως. Και έτσι οι πέντε αισθήσεις δημιουργούν ανάλογες αμαρτωλές εικόνες, οι οποίες καθιστούν τον άνθρωπο ακάθαρτο ενώπιον του Θεού. Εδώ έγκειται όλη η φιλοσοφία του πνεύματος.

Όλα τα κηρύγματα είναι ωφέλιμα. Γιατί όπως ακριβώς, όταν κλαδεύεται ένα δένδρο που είναι αρρωστημένο, καθαρίζεται, έτσι και ο λόγος του Θεού βοηθεί στη μείωση ενός πάθους. Η διδασκαλία όμως των πατέρων περί της νήψεως ενεργεί ριζικά την κάθαρση από το πάθος. Όταν η αξίνη, όταν ο πελεκυς κτυπήσει την ρίζα, όλο το δένδρο πίπτει κάτω, ξηραίνεται και απόλλυται. Έτσι και όταν η νήψις πάρει θέση στην ζωή του χριστιανού, ένα - ένα δένδρο εμπαθείας πίπτει, ξηραίνεται και έτσι συν των χρόνω, ο παλαιός άνθρωπος, ο άνθρωπος της αμαρτίας και της εμπαθείας, ο χοϊκός Αδάμ ελευθερώνεται και γίνεται "καινός άνθρωπος". Γι' αυτό η νηπτική εργασία μας ελευθερώνει ρισικά από το κακό. Εδώ λοιπόν πρέπει να δώσουμε προσοχή στην ζωή μας. Αν θέλουμε να καθαρίσουμε τους εαυτούς μας, να φροντίσουμε να πλουτήσουμε τον νου μας με την επιμέλεια της νήψεως.

Ένα μέρος της νήψεως είναι και η νοερά προσευχή. Η θεωρία του Θεού είναι ένα άλλο μέρος της νήψεως. Η μαχητικότητα του πνεύματος κι αυτό είναι ένα άλλο μέρος. Όλα αυτά τα μέρη, όταν ενωθούν σε μια προσπάθεια του ανθρώπου, συν τω χρόνω φέρνουν την αγιότητα.

Ο αββάς Παφνούτιος, ένας μεγάλος πατέρας της ερήμου, προσωρούσε κάποια μέρα στο δρόμο του κι εκεί είδε δύο ανθρώπους να κάνουν κάποια αμαρτία. Ο λογισμός της εμπαθείας του είπε ότι: "Κοίταξε τι μεγάλο κακό κάνουν αυτοί!". Το μάτι τους είδε κι αμέσως ο λογισμός πήρε φωτιά, προσπαθώντας έτσι να προσβάλλει την αγνότητα της ψυχής του Αγίου με το να κρίνει τον αδελφό ή και να σκανδαλισθεί. Έχοντας όμως τη νήψη αγρυπνούσα, αμέσως του διεφώτισε τη διάνοια και είπε στο λογισμό του: "Αυτοί αμαρτάνουν σήμερα, εγώ θα αμαρτήσω αύριο. Αυτοί θα μετανοήσουν, αλλά εγώ γνωρίζω ότι ο εαυτός μου είναι ένας σκληρός άνθρωπος, αμετανόητος, εγωιστής, κι έτσι δεν θα μετανοήσω, θα κολασθώ, οπότε είμαι χειρότερος από αυτούς τους δύο. Και τι έχω να πω για τους ολιγότερον αμαρτωλούς, εφ' όσον είμαι εγώ πολύ μεγαλύτερος αμαρτωλός και εμπαθέστερος;". Και λέγοντας έτσι και βάζοντας φράγμα στην πρόκληση αυτής της αμαρτίας, εσώθη και δεν έκρινε τους αδελφούς που αμάρταναν.

Δεν προχώρησε πολύ και του φαίνεται ο Άγγελος του Θεού εμπρός του έχοντας δίστομον μάχαιραν στάζουσαν αίμα, δηλαδή μαχαίρι, που έκοπτε κι από τις δυο πλευρές και του λέει:
- Παφνούτιε, βλέπεις αυτήν την μάχαιραν; Βλέπεις που στάζει αίμα;
- Βλέπω, Άγγελε του Θεού.
- Ε, μ' αυτή τη μάχαιρα σκοτώνω, παίρνω τα κεφάλια εκείνων που κρίνουν τον πλησίον τους. Κι επειδή εσύ δεν έκρινες, δεν κατέκρινες τους όντως αμαρτωλούς - όχι κατά φαντασίαν και εικασίαν αμαρτωλούς, αλλά ιδίοις οφθαλμοίς βλέπων αυτούς αμαρτάνοντας - αλλά κατέκρινες τον εαυτόν σου περισσότερον, δια τούτο το όνομά σου έχει γραφεί εις την βίβλον της αιωνίου ζωής.

Επιτυχία αρίστη. Στην αιώνιο ζωή γράφτηκε το όνομά του, γιατί δεν έκρινε τους αμαρτωλούς, δεν κατέκρινε την αμαρτία του αδελφού του. Θα κατέκρινε, εάν δεν είχε νήψη, εάν δεν επαγρυπνούσε νοερά προς φρούρησιν της ψυχής του. Βλέπετε μία προσοχή πόσο καλό εγέννησε; Και τι ζημία θα υφίστατο, εάν απροσεκτούσε στη σκέψη και την άφηνε να δουλέψει μέσα του! Μα η λογική του έλεγε ότι όντως αμαρτάνουν, τους έβλεπε. Παρά ταύτα όμως, αν και η λογική τον έπειθε ότι έτσι το πράγμα εγίνετο, υπερίσχυσε ο ορθός λογισμός και έτσι εγλύτωσε το ναυάγιο της ψυχής του.

Όλα τα πάθη έχουν τις δικές τους εικόνες, τις δικές τους φαντασίες και τις δικές τους ηδονές. Ο φόνος έχει άλλη εικόνα και άλλη ηδονή, η γαστριμαργία άλλη και τόσα άλλα αμαρτωλά πάθη άλλες. Όλες οι ηδονές αυτές είναι δηλητήρια διαφορετικά που φέρνουν τον θάνατο της ψυχής. Θα πρέπει να λάβουμε υπ' όψιν μας ότι, αν θέλουμε να καθαρίσουμε το "έσωθεν" του ποτηρίου, το εσωτερικόν της ψυχής, την καρδιά μας, το κέντρον αυτό του ανθρώπου, θα πρέπει να αγωνισθούμε να κρατήσουμε την προσοχή. Να προσέχουμε όσο γίνεται περισσότερο, δηλαδή να επαγρυπνούμε και να είμεθα πάντα με τη σκανδάλη στο χέρι. Με την πρώτη εμφάνιση του εχθρού, να πυροβολούμε. Μόλις μάς έρχεται ένας κακός λογισμός, αμέσως ανατροπή. Έρχεται μία εικόνα βρώμικη, αμέσως να την καταστρέφουμε. Να μην την αφήνουμε να γίνεται εντονώτερη στα χρώματα και στην παράσταση, γιατί έτσι θα έλθουμε σε άμεση δυσκολία. Όταν χτυπάται το κακό στη ρίζα, είναι αδύνατο να φυτρώσει και να αυξηθεί. Όταν αυτός ο αγώνας γίνεται με επιμέλεια, θα καθαρίσουμε την ψυχή μας και έτσι θα βρεθούμε καθαροί και με παρρησία μπροστά στον Θεό.

Ένας ειδωλολάτρης ιερεύς ρώτησε κάποιους μοναχούς:
- Ο Θεός σας σάς φαίνεται; Τον βλέπετε; Σας μιλά;
Είπαν οι πατέρες:
- Όχι.
Λέει ο ειδωλολάτρης:
- Για να μη σας μιλά και να μην σας φαίνεται, σημαίνει ότι δεν έχετε καθαρούς λογισμούς. Εγώ όταν προσεύχομαι, μου απαντά ο Θεός μου.

Φυσικά στον ειδωλολάτρη δεν απαντούσε ο Θεός, του απαντούσαν τα δαιμόνια, αλλά ωστόσο οι πατέρες το πήραν σαν μια αιτία ωφέλειας και είπαν:
- Πράγματι, οι ακάθαρτοι λογισμοί εμποδίζουν τον άνθρωπο να επικοινωνήσει με το θείον.

Η νήψις δεν κάμει τίποτε άλλο, παρά να καθαίρει τον νουνκαι την καρδιά από κάθε τι ακάθαρτο. Γι' αυτό με λίγο κόπο ασκητικό η νήψις φέρνει τα μεγαλύτερα αποτελέσματα του πνεύματος. Όταν κάνομε άσκηση και δεν προσέχουμε τις σκέψεις μας, δεν κάνουμε τίποτε.

Ο ιερός Χρυσόστομος πολλά κεφάλαια έγραψε περί προσευχής και περί νήψεως. Και μεταξύ άλλων λέγει κάτι πάρα πολύ όμορφο:
"Η προσευχή είναι φωτισμός της ψυχής, αληθής επίγνωσις του Θεού, μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων, ιατρός των παθών, αντίδοτον εναντίον των νόσων, φάρμακον εναντίον κάθε αρρώστειας, γαλήνη της ψυχής, οδηγός που φέρει εις τον ουρανόν, που δεν περιστρέφεται γύρω από την γη, αλλά που πορεύεται προς αυτήν την αψίδα, τον ουρανό. Υπερπηδά τα κτίσματα, διασχίζει νοερώς τον αέρα, πορεύεται πάνω από τον αέρα, διασχίζει το σύνολο των αστέρων, ανοίγει τας πύλας των ουρανών, ξεπερνά τους αγγέλους, υπερβείνει τους Θρόνους και τις Κυριότητες, διαβαίνει τα Χερουβείμ και αφού διέλθει υπεράνω όλης της κτιστής φύσεως, έρχεται πλησίον αυτής της απροσίτου Τριάδος. Εκεί προσκυνεί την Θεότητα. Εκεί αξιώνεται να γίνει συνομιλητής με τον Ουράνιο Βασιλέα. Δι' αυτής (της προσευχής), η ψυχή, η οποία υψώθη μετέωρος εις τους ουρανούς, εναγκαλίζεται τον Κύριον κατά τρόπον ανέκφραστον, όπως ακριβώς το νήπιον εναγκαλίζεται την μητέρα του, και με δάκρυα φωνάζει δυνατά, επιθυμώντας να απολαύσει του θείου γάλακτος. Ζητεί δε αυτά που πρέπει, και λαμβάνει δωρεάς ανωτέρας απ' όλη την ορατήν φύσιν.

Η προσευχή είναι ο σεβαστός αντιπρόσωπός μας. Χαροποιεί την καρδίαν. Αναπαύει την ψυχήν. Δημιουργεί εντός μας τον φόβον της τιμωρίας της κολάσεως, την επιθυμίαν της βασιλείας των Ουρανών. Διδάσκει την ταπεινοφροσύνην, παρέχει επίγνωσιν της αμαρτίας και γενικώς στολίζει τον άνθρωπον με όλα τα αγαθά, ωσάν κάποιο πέπλον εστολισμένον με όλας τα αρετάς, που περιτυλίγει την ψυχή. Αυτή έφερε ως δώρον εις την Άνναν τον Σαμουήλ και ανέδειξεν τούτον Προφήτην του Κυρίου. Αυτή η προσευχή έκαμεκαι τον Ηλίαν ζηλωτήν του Κυρίου. Και αύτη έγινε οδηγός της καθόδου του ουρανιου πυρός δια της θυσίας. Διότι ενώ οι ιερείς του Βάαλ επεκαλούντο όλην την ημέραν το είδωλον, αυτός αφού ύψωσε την φωνήν που εξήλθεν εκ της καρδίας του της καθαράς και εφώναξε δια του στόματος και της ψυχής του, κατεβίβασεν εκ των ουρανών το πυρ ως απόδειξιν της δικαίας προσευχής του. Αφού εστάθη ως αετός επάνω εις το θυσιαστήριον με το ορμητικόν της φύσεώς του, τα προσέφερε όλα ως θυσίαν. Αυτό δε, το έκαμεν ο μέγας υπηρέτης του Θεού, ο ζηλωτής Ηλίας, δια των όσων συνέβησαν τότε, παιδαγωγών ημάς επί τα πνευματικά, ώστε και ημείς φωνάζοντες δυνατά από τα βάθη της ψυχής μας προς τον Θεόν, να παρακινήσουμε το ανέκφραστον πυρ του Αγίου Πνεύματος να κατέλθει εις το θυσιαστήριον της καρδιάς μας και να προσφέρωμεν πλήρως τον εαυτόν μας ως θυσίαν εις τον Θεόν".

Όλοι οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας, κυρίως οι πατέρες της ερήμου, κατώρθωσαν να αξιωθούν μεγάλων χαρισμάτων αποκλειστικά και μόνο με τη νήψη και τη θεωρία. Αγρυπνούσαν όλη τη νύκτα και ήρχοντο στη θεωρία του Θείου Φωτός.

Έχουμε τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, τον καθηγητή της ερήμου, τον καθηγητή της νηπτικής εργασίας, τον διδάσκαλο της νοεράς προσευχής. Αυτός ο άγιος εγκλείετο όλην την εβδομάδα μόνος του μέσα στο κελλί του. Δεν έβγαινε καθόλου έξω. Εκεί γονατιστός και με υψωμένα τα χέρια, εγρηγορούσε δια του νοός και της καρδίας του και εδέχετο την άνωθεν δι' Αγίου Πνεύματος θεολογίαν. Η θεολογία τον έκανε να γνωρίσει το Άκτιστον Φως της Θείας Δόξης, της Θείας Φύσεως.

Το Άκτιστον Φως είναι η δόξα της Θείας Φύσεως. Εκεί ήταν το τέρμα και η κατάληξις της ασκήσεως και της προσευχής. Όταν εδέχοντο οι άγιοι αυτό το Φως, εγίνοντο όλοι Φως. Και εφ' όσον το Φως κατέκλυζε τον νουν και την καρδιά, τι άλλο θα ημπορούσαν να γνωρίσουν πλην των μυστηρίων των απορρήτων, που είναι γνωστά μόνον εις τους αγγέλους; Δια της νήψεως έφθασαν οι πατέρες εις τα υψηλότερα των αρετών και των χαρίτων.

Και ημείς εάν νήφουμε, εάν προσέχουμε, έστω και στον κόσμο που ευρισκόμεθα, και εάν ακόμη δεν φθάσουμε σε παρόμοιες καταστάσεις, οπωσδήποτε σε μια κατάσταση καθαρότητος θα φτάσουμε. Όταν αξιωθούμε δια της νήψεως, να μην κρίνουμε τον αδελφό μας, δεν είναι μικρό κατόρθωμα. Εφαρμόζουμε την εντολή του Χριστού μας, η οποία είναι η εξής: "Μην κρίνετε, ίνα μη κριθήτε. Εν ώ κρίματι κρίνετε, κριθήσεσθε. και εν ώ μέτρω μετρείτε, μετρηθήσεται υμίν" (Ματθ. 7, 1-2).

Είναι εντολή του Χριστού. Δεν είναι εντολή κάποιου Αγίου. Είναι αυτού του Θεού. Και επομένως έχουμε εφαρμογή θείας εντολής. Όταν δεν κρίνουμε, δεν θα κριθούμε. Κρίνοντες θα κατακριθούμε. Η αμαρτία είναι διάπλατη. Όπου και αν στρέψουμε τα μάτια μας και την φαντασία μας, θα γνωρίσουμε τα σφάλματα των ανθρώπων. Επομένως, εάν είμεθα απρόσεκτοι, χωρίς νήψη, θα ευρισκώμεθα πάντοτε υπό το σφάλμα της παραβάσεως αυτής της ευαγγελικής εντολής, του να κρίνουμε τον πλησίον μας.

Ήταν ένας μοναχός σε κάποιο μοναστήρι. Ο πειρασμός τον είχε νικήσει στην αμέλεια. Δεν έκαμνε τον κανόνα του, δεν κατέβαινε στην εκκλησία, δεν έκανε την κεκανονισμένη προσευχή. Κι έτσι οι πατέρες το ήξευραν αυτό και τον θεωρούσαν αμελή. Έφθασε η ώρα του θανάτου και οι πατέρες τον πλησίασαν να ιδουν κάτι, που ίσως ο Θεός θα έδειχνε για να ωφεληθούν. Πλησιάζοντας στον θάνατο αυτός ο μοναχός ο αμελής, είδαν οι πατέρες να είναι πάρα πολύ χαρούμενος. Απόρησαν και είπαν με την σκέψη τους: "Μα γιατί να είναι ειρηνικός αυτός; Η αμέλεια που είχε στην ζωή του την μοναχική, δεν τον ανησυχεί; Τα χρέη που επεσσωρεύθησαν με την ραθυμία, τι γίνονται; Δεν τον κάνει ανήσυχο; Δεν απελπίζεται;". Αυτός συνέχιζε να είναι χαρούμενος. Στην απορία τους αναγκάστηκαν να τον ρωτήσουν:
- Μας συγχωρείς, αδελφέ, σε βλέπουμε έτσι κι έτσι. Ηξεύρουμε και ηξεύρεις, ότι υπήρξες αμελής και ράθυμος στα μοναχικά καθήκοντα. Τώρα πορεύεσαι προς το δικαστήριο του Χριστού, και θα έπρεπε να είσαι κάπως λυπημένος, ανήσυχος, κλπ. Αλλά σε βλέπουμε διαφορετικά. Σε βλέπουμε χαρούμενο, ειρηνικό, με ελπίδα και απορούμε. Που στηρίζεται όλη αυτή η κατάστασή σου;
Αυτός τους απαντά και τους λέγει:
- Έχετες δίκαιο πατέρες μου, έτσι είναι. Αμελής ήμουνα και δεν έκαμα ό,τι εσείς εκάματε, αλλά ένα πράγμα εφύλαξα στην ζωή μου: το να μην κρίνω τον αδελφό μου. Εδιάβασα εις το Ιερόν Ευαγγέλιον, που λέγει ο Κύριος ότι εκείνος που δεν θα κρίνει, δεν θα κριθεί. Έτσι προσπάθησα, τουλάχιστον, να μην κρίνω. Και ελπίζω εις την ευσπλαχνίαν του Θεού ότι δεν θα κριθώ. Γι' αυτό και φεύγω με πίστη, ότι ο Θεός θα εφαρμόσει τον λόγον Του.

Εκοιτάχθησανμεταξύ τους οι πατέρες και είπαν ότι όντως ο αδελφός πολύ έξυπνα και μαστορικά επέτυχε την σωτηρία του.

Εάν νήφουμε, δεν θα κατακρίνουμε.Διότι με την προσβολή της κατακρίσεως, αμέσως η νήψη θα θέσει φραγμό και θα εμποδίσει να συνεχισθεί ο λογισμός της κατακρίσεως. Θα συμβεί ότι και με τον αββά Παφνούτιο. Κι έτσι θα γλυτώσουμε από την αμαρτία της κρίσεως και της κατακρίσεως της γλώσσης και το όνομά μας θα γραφεί εις την αιώνιον ζωήν. Άνθρωπος που εφύλαξε την γλώσσα του καθαρή, και την έσω και την έξω, δηλαδή τον λογισμό τον εσωτερικό και την γλώσσα, και εν γνώσει Θεού το έκανε αυτό, το εφήρμοσε αυτό, τούτο είναι μία εγγύησις ότι αυτός είναι σωσμένος.

Αυτή η προσοχή η πνευματική μάς γίνεται φως και σαν φως φωτίζει τον δρόμο. Κι ένας δρόμος φωτισμένος από τη νήψη, είναι και ο δρόμος προς την ιερά εξομολόγηση. Τον φωτίζει η προσοχή, που προτρέπει τον άνθρωπο να τακτοποιήσει τον λογαριασμό του με τον Θεό. Και οδηγείται με την φώτιση της νήψεως εις αυτό το μέγα μυστήριο κι εκεί εναποθέτει όλο το χρέος, όλη την ακαθαρσία των αμαρτημάτων. Μπαίνει μέσα σ' αυτό το λουτρό και βγαίνει ολοκάθαρος. Και λέγω ότι πρέπει να έχουμε πολλή χαρά στην ψυχή μας, όταν αξιωνόμεθα να φθάσουμε σ' αυτό το λουτρό. Πρέπει να πανηγυρίζουμε και να ευχαριστούμε τον Κύριο που άφησε αυτό το λουτρό στη γη, που άφησε αυτή την εξουσία του "δεσμείν και λύειν". Όσα λύσει ο πνευματικός τα λύνει κι ο Θεός. Όσα συγχωρεί ο εκπρόσωπος του Θεού, τα συγχωρεί και ο Κύριος.

Κι όταν εδώ κάτω κριθεί ο άνθρωπος, δεν κρίνεται επάνω στο μεγάλο και φοβερό δικαστήριο. Μεγάλη ευκαιρία, εάν φθάσει ο άνθρωπος μέχρις εκεί. Γι' αυτό όσοι έχετε αξιωθεί αυτού του λουτρού και συνεχώς το κάθε λέρωμα της ψυχής το καθαρίζετε με το λιυτρό αυτό το πνευματικό του θείου μυστηρίου, πρέπει να έχετε πάρα πολύ μεγάλη χαρά, διότι πάντοτε η θύρα του Παραδείσου θα είναι ανοιχτή. Κι αν ο θάνατος ακολουθήσει, ουδεμία ανησυχία. "Ητοιμάσθην και ουκ εταράχθην". Όταν είναι έτοιμος ο άνθρωπος, δεν ταράσσεται εις το πλησίασμα του θανάτου. Ηξεύρει ότι δεν μπορεί να είναι λάθος ο λόγος του Θεού, που έδωσε αυτήν την εξουσία. Το γνωρίζουμε σαν μυστήριο της εκκλησίας και το βλέπουμε στην πράξη και στην εφαρμογή. Όταν ο άνθρωπος κάνει την ιερά εξομολόγηση με πόθο, με ταπείνωση και με επίγνωση, νοιώθει την ευτυχία μέσα στην ψυχή του, την ελάφρωση και την αγαλλίαση. Απόδειξη εναργής ότι οι αμαρτίες του έχουν συγχωρηθεί. Και όταν οι αμαρτίες συγχωρηθούν, τότε αίρεται κάθε φόβος ανησυχίας και αβεβαιότητος δια την άλλη ζωή.

Η ευχαριστία μας στον Θεό πρέπει να είναι αδιάλειπτη. Ποτέ να μην σταματά η ευχαριστία μας, διότι αξιωνόμεθα οσάκις θελήσουμε να παίρνουμε αυτήν την κάθαρση, και οσάκις νοιώσουμε αμάρτημα, αμέσως στροφή του νου προς τον Θεό. "Ημάρτηκα, Κύριε, συγχώρησέ με". Με το: "Ημάρτηκα, Κύριε, συγχώρησέ με", ο Θεός απαντά: "Παιδί μου, είσαι συγχωρημένος. δυνάμει του νόμου συγχωρημένος. Οδηγήσου εις την εφαρμογήν του νόμου". Και η εφαρμογή είναι κάτω από το πετραχείλι. Εκεί τελειώνει η όλη αμαρτωλότητα του ανθρώπου. Είναι τόσο εύκολη η συγγνώμη. Και είναι πάρα πολύ άδικο για τον άνθρωπο, να είναι τόσο εύκολη και τόσο δερεάν αυτή η συγγνώμη, και από τον εγωισμόν του και μόνον, να μην θέλει να την πάρει, να μη θέλει να ανοίξει η πύλη του παραδείσου και να βαδίσει αιώνια στην δόξα του Θεού.

Μερικοί άνθρωποι λέγουν: "Για ένα αμάρτημα τώρα κολλάζει ο Θεός τον άνθρωπο; Μα είναι αδικία αυτό το πράγμα. Που είναι η αγάπη του Θεού; Δεν είναι Πατέρας ο Θεός;". Ναι, πατέρας είναι, μα όταν σε καλεί ανά πάσα στιγμή να έρθεις να σε συγχωρήσει, εσύ γιατί γυρίζεις τις πλάτες σου; Γιατί δεν δέχεσαι την ελεημοσύνη Του; Γιατί αρνείσαι την αγκάλη Του και φεύγεις μακρυά; Γιατί δέχεσαι την αγκαλιά του διαβόλου και όχι του Θεού; Μήπως ο Θεός σού ζητεί χρήματα ή κτήματα ή εκδούλευση και δεν τα έχεις όλα αυτά, και γι'α υτό δεν προσέρχεσαι να αφήσεις το χρέος σου; Όχι.

Ο Θεός είναι τόσο πλούσιος, όπως βλέπομε και εις την παραβολήν του ασώτου. Ο άσωτος ηθέλησε να φύγει μακριά. Ζήτησε το μέρος της περιουσίας που του ανήκε. Και ο Θεός του έδωσε ότι του εχρεώστει σαν φυσικά χαρίσματα. Δεν του τα υστέρησε. Αυτός όμως τα σπατάλησε τα χαρίσματα, την περιουσία την πνευματική, ζων ασώτως. Κι όταν έφθασε στην έσχατη κατάντια, του ήλθε το λογικό, ήρθε στον εαυτό του. Σαν να μην ήταν στον εαυτό του, όταν διέπραττε όλην την ασωτίαν. Και όταν ήλθε στον εαυτό του είπε: "Πόσοι και πόσοι υπηρέται του πατέρα μου απολαμβάνουν τα αγαθά της περιουσίας Του, κι εγώ το παιδί Του, το κατ' εξοχήν παιδί Του, βρίσκομαι σε τόση δυστυχία να βόσκω χοίρους και να διαιτώμαι από ξυλοκέρατα! Θα επιστρέψω. Πατέρας είναι, θα με δεχθεί. Θα του ζητήσω συγγνώμη και θα του πω να μην με δεχθεί σαν παιδί Του, ούτε να με επαναφέρει στην πρώτη υιοθεσία, αλλά θα Του ζητήσω να γίνω ένας υπηρέτης Του. Κι αυτό θα είναι πολύ μεγάλο".

Όταν τα εσκέπτετο αυτά, ήδη ο Πατέρας βγήκε από το σπίτι Του και τον περίμενε με ανοιχτή την αγκάλη Του. Τον δέχθηκε ολόκαρδα, ολόψυχα. Τον αγκάλιασε, τον φίλησε, έκλαυσε από την χαρά Του, γιατί ήταν πεθαμένος και ανέζησε και χαμένος και ευρέθη. Τον έκαμε πάλιν παιδί Του με όλον τον πλούτο. Τα εσυγχώρησε όλα. Τον εκαθάρισε από κάθε βρωμιά. Τον έντυσε την πρώτη στολή. Τέλος του έδωσε τα πάντα.

Αυτό κάνει και ο Ουράνιος Πατέρας, όταν ο άνθρωπος ο αμαρτωλός επιστρέψει κοντά Του. Τον καθαρίζει, τον πλένει, του δίνει την πρώτη στολή του βαπτίσματος, του δίνει την υιοθεσία και τον αξιώνει της Βασιλείας Του. Όλα δωρεάν. Όταν επέστρεψε ο άσωτος, δεν του ζήτησε λογαριασμό, ούτε τον επέπληξε ούτε του ζήτησε ευθύνες. Αρκεί που επέστρεψε. Αυτό Του έφθανε του Πατέρα.

Έτσι κι εδώ. Κάθε αμαρτωλός που θα επιστρέψει, ουδείς λόγος από τον Ουράνιο Πατέρα. Μόνον να πει "ήμαρτον", να αφήσει τα αμαρτήματά του με ταπείνωση, να καταλάβει τα λάθη του κι από κει και πέρα τα πάντα είναι λυμένα. Και όμως ο αμαρτωλός άνθρωπος δεν το κάνει αυτό. Δεν επιστρέφει, δεν ταπεινώνεται. Κρατά τον εγωισμό του. Τι σπουδαίο είναι να φθάσει μέχρι το εξομολογητήρι. Δυο βήματα είναι. Από κει και πέρα όλα τελειώνουν. Κι όμως τον κρατά μακριά ο εγωισμός. Κι όταν θα φθάσει στην ώρα του θανάτου και ιδεί την πραγματικότητα, θα μετανοήσει, θα μεταμεληθεί, αλλά θα είναι αργά. Γι' αυτό ο Θεός τιμωρεί τον άνθρωπο που δεν θέλει να ταπεινώσει λίγο την σκέψη του.

Για τον Εωσφόρο, αυτό το μεγάλο τάγμα, αυτό που ήτο στην πρώτη θέση των αγγελικών ταγμάτων, ποια ήταν η αιτία της καταστροφής; Ποια η αιτίας της καταρρεύσεως, της μετατροπής από αγγέλους σε δαίμονες; Η υπερηφάνεια και ο εγωισμός. Από κει έγινε το ολίσθημα, τόσον των αγγέλων, όσο και των προπατόρων μας. Και των προπατόρων μας η πτώση έγινε από υπερηφάνεια κι εγωισμό. Διότι ο Θεός προτού καταφέρει την καταδικαστική απόφαση, πλησίασε τον άνθρωπο, τον Αδάμ και του είπε: "Αδάμ, γιατί το έκανες αυτό;". Ο Αδάμ δεν ζήτησε σύγγνωμη, δεν είπε: "Ήμαρτον Θεέ μου, έσφαλα". Εάν το έκαμνε αυτό, δεν θα εδιώκετο από τον Παράδεισο και ούτε εμείς θα είχαμε υποστεί όλην αυτήν την εξορίαν και την ταλαιπωρία την σημερινή. Με το να μην πει "ήμαρτον", έγινε όλος αυτός ο συρφετός των κακών. Έτσι και τώρα ο άνθρωπος δεν λέγει "ήμαρτον", και μένει εις τα κακά του. Μόλις όμως το ειπεί, ο Θεός απλώνει την αγκαλιά της συγγνώμης και τον παίρνει μέσα.

Και πάλιν λέγω ότι για το ότι έχουμε αξιωθεί να γνωρίσουμε σαν ορθόδοξοι χριστιανοί αυτό το μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως, να έχουμε πάρα πολύ μεγάλη χαρά, διότι οσάκις υποπέσουμε σε κάποια αμαρτία, σε κάτι το κακό, μπορούμε να τρέχουμε αμέσως, να το διορθώνουμε και να διατηρούμε την υγεία της ψυχής μας. Κι όταν θα έλθει ο θάνατος, θα βαδίσουμε προς συνάντησιν του Χριστού, καθαρισμένοι, μετανοημένοι, ως άσωτοι υιοί επιστρέφοντες, για να μας δεχθεί ο ουράνιος Πατέρας μας και να μας βάλει εις τον Παράδεισον της αιωνίου ευτυχίας που δεν θα έχει τέλος, που δεν θα έχει τέρμα, εκείνης της ευτυχίας, που δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτε γήινο.

Όπως κι ο Απόστολος Παύλος, που ανέβηκε μέχρι τρίτου ουρανού και είδε τα αιώνια αγαθά. Όμως δεν μπόρεσε με την γλώσσα του την αποστολική και την χαριτωμένη να εκφράσει με ανθρώπινα λόγια τα του παραδείσου και της άνω ζωής! Τόσον ανέκφραστη είναι η ευτυχία της επιτυχίας δια της ιεράς εξομολογήσεως.

Γι' αυτό με πολύ πόθο, με πολλή αγάπη, με πολλή συναίσθηση να τρέχουμε, να καθαριζώμεθα, να ετοιμαζώμεθα και όταν ακολουθήσει ο θάνατος, να φύγουμε ειρηνικά. Αμήν.