Ὅσιος Θεόδωρος Στουδίτης ὁ Ὁμολογητής- Επιστολή στον Πατριάρχη Νικηφόρο
Χρησιμοποιώντας
το ασήμαντο γραμματάκι μας σαν προπέτασμα, από ντροπή του αγγέλου της
μακαριότητος σου, παρουσιάζουμε τούς εαυτούς μας εμείς οι ταπεινοί στην
ιερότατη κορυφή της από ανάγκη. Ήδη προς το παρόν μας ανέφερε ο
σύνδουλος και μαθητής μας Ιωάννης ότι όταν αξιώθηκε να προσκυνήσει τη
σε-βασμιότητα σου, άκουσε από αυτήν κάποια παράξενα απευκταία πράγματα.
Είπε δηλαδή ότι διασπάτε την Εκκλησία. Πόση λύπη φυσικό ήταν,
μακαριότατε, να αισθανθεί η ψυχή μας γι’ αυτά; Πώς λοιπόν να μη
απαντήσουμε απολογητικά στην αγιοσύνη σου και να μη επικυρώσουμε την
κατηγορία με τη σιωπή μας; Εγώ όμως πριν από την απολογία θα αναφέρω
επιπλέον με σεβασμό και τούτο, ότι δεν πρέπει να ανοίγουμε τα αυτιά στον
καθένα πού θέλει να πει κάτι εναντίον κάποιου, ούτε και να εκφράζουμε
τη γνώμη μας απερίσκεπτα για το συκοφαντούμενο πρόσωπο. Μήπως δηλαδή «ο
νόμος σας», λέγει, «καταδικάζει τον άνθρωπο χωρίς προηγουμένως να
ακούσει και να μάθει από αυτόν τι έκανε», ώστε να ακούσει η μακαριότητα
σου αυτό το βαρύ και ελεεινό για την ευτέλεια μας; Γιατί τι μεγαλύτερο
κακό υπάρχει από την απόσχιση της Εκκλησίας και από το να χάσει το
πρόβατο τον αρχιποίμενα ή συμποίμενα; Υπάρχει δηλαδή, έστω και χωρίς να
το αξίζουμε, δοσμένο και σε μας τούς αμαρτωλούς από τον ποιμένα Θεό
χρίσμα και όνομα, τολμώ να πω, να προσάγουμε, να ανακρίνουμε και να
νουθετούμε, άλλοτε ιδιαιτέρως, άλλοτε πάλι δημοσίως σύμφωνα με τη
διδασκαλία πού υπαγορεύεται από τον Κύριο, ανάμεσα σε σένα και σ’ αυτόν
μόνο, ή μαζί με άλλους δύο, κι έπειτα, εάν επιμένει, όπως λέγει ο ίδιος,
τότε να τον θεωρείς ως εθνικό και τελώνη. Εμείς όμως μέχρι τώρα ούτε με
απεσταλμένο, ούτε με αυτοπρόσωπη εξέταση ακούσαμε κάτι τέτοιο για την
άγια σου ψυχή, ούτε και δεχθήκαμε κάποια υπόδειξη, ώστε έτσι να βγάλουμε
απόφαση. Ας εξετάσει η τελειότητα σου, εάν προξενήθηκε λύπη στα τέκνα
σου χωρίς να το αξίζουμε.
Ας
έρθουμε λοιπόν στην ίδια την απολογία, απολογούμενοι στον Θεό πού τα
εποπτεύει όλα, και στην αρχιεροσύνη σου. Δεν είμαστε σχισματικοί άγια
κορυφή της Εκκλησίας του Θεού, και είθε να μη το πάθουμε αυτό ποτέ.
Αλλά, έστω και αν είμαστε ένοχοι για άλλα πολλά αμαρτήματα, όμως είμαστε
ορθόδοξοι και τρόφιμοι της καθολικής Εκκλησίας απορρίπτοντας κάθε
αίρεση, και αποδεχόμενοι κάθε οικουμενική και τοπική σύνοδο, και όχι
μόνο, αλλά και τις κανονικές διατάξεις πού διατυπώθηκαν από αυτές. Ούτε ο
ορθόδοξος βέβαια είναι τέλειος, αλλά κατά το ήμισυ, αυτός πού νομίζει
ότι κρατά την ορθόδοξη πίστη, αλλά δεν ακολουθεί τούς θείους κανόνες.
Και την μακαριότητα σου, όταν κατηγορήθηκε, την αποδεχθήκαμε, όπως
απολογηθήκαμε ενώπιον σου, και από τότε και μέχρι τώρα κατά τη
λειτουργία την μνημονεύουμε, όπως πρέπει. Και μάρτυρας ο Θεός, εάν και
την ημέρα αυτή μας ζητούσε να μας κοινωνήσει, θα κοινωνούσαμε μαζί της
χωρίς διάκριση, επειδή από την αρχή είναι σε μας αγαπητή. Για ποιο λόγο
όμως διαδίδεται αυτό πού λέγεται για τον οικονόμο, τον όποιο καθήρεσε η
ίδια η αλήθεια, επειδή παρέβη πολλούς κανόνες; Γιατί και πριν από τη
φανερή μοιχεία, ενώ ο προηγούμενος βασιλιάς διέπραττε μοιχεία με διάφορα
πρόσωπα, όχι μόνο λειτουργούσε και τον κοινωνούσε και έτρωγε μαζί του,
αλλά ήταν και με το μέρος του, γι’ αυτό και έγινε ολοφάνερα πρόθυμος
στην ασέλγεια, περιφρονώντας τον Θεό και τις θείες εντολές του. Και για
να γίνει πιο φανερό αυτό πού λέμε, όχι προς διδασκαλία, μακριά μια
τέτοια σκέψη, αλλά μόνο προς υπενθύμιση, εάν εγκρίνει η μακαριότητα σας,
ας εξετάσει εκ νέου αυτήν την ιερή μυσταγωγία του στεφανώματος και θα
διαπιστώσει πόσο παροργισμός του άγιου Πνεύματος μπορεί να προξενηθεί
από αυτά εξαιτίας αυτών των αντιφάσεων. Γιατί οπωσδήποτε όσα τελεί ο
ιερεύς, αυτά υπόσχεται ότι τα επικυρώνει και ο Θεός, σύμφωνα με τον μέγα
Διονύσιο. Γι’ αυτό ακριβώς παρακαλούμε την τελειότητά σου, αυτόν πού
είναι καθηρημένος από τούς κανόνες και από τον προκάτοχο της αγιοσύνης
σου, και εμποδίστηκε επί εννιά ολόκληρα χρόνια, να τον παύσει από την
Ιερουργία στην όποια εισήλθε κατά παράλογο τρόπο.
Ανοίξαμε
βέβαια το ταπεινό στόμα μας τώρα, όταν κατηγορηθήκαμε. Γιατί, όταν είχε
γίνει η μικρή εκείνη συνέλευση, και δεν ξέρω ποια να πω, μόλις είχα
βγει από τη φυλακή, και επειδή έβλεπα συγκεντρωμένους εκείνους πού
προηγουμένως είχαν αποδεχθεί τη μοιχεία να αποδέχονται τον νυμφευμένο
μοιχό, θυμήθηκα εκείνο το προφητικό «Αυτός πού καταλαβαίνει, τον καιρό
εκείνο θα σωπάσει, γιατί ο καιρός είναι πονηρός». Επειδή όμως ο ίδιος
λέγει, «Σιώπησα, αλλά μήπως θα σιωπώ πάντοτε;», γι’ αυτό στον κατάλληλο
καιρό, όταν συκοφαντήθηκα, ανέφερα αυτά πού είχαν συμβεί, γιατί, όσο
εξαρτιόταν από μένα, στα δύο αυτά χρόνια φυλάχτηκα με κάθε τρόπο, για να
μη γίνει φανερή η υπόθεση, λέγοντας στον εαυτό μου το έξης· Αφού δεν
είμαι επίσκοπος, ώστε να έχω το δικαίωμα να μπορώ να ελέγχω, μου είναι
αρκετή η φυλακή μου και το να μη παίρνω μέρος στην κοινωνία εκείνου και
αυτών πού εν γνώσει τους λειτουργούν μαζί του, μέχρι πού να εξαλειφθεί
το σκάνδαλο .
Αυτό
λοιπόν παρακαλούμε και ικετεύουμε, να καμφθεί η άγια ψυχή σου και να
παύσει τον άνδρα, για να μη κατηγορείται η άμεμπτη οσιότητα σου, ούτε να
μολύνεται το θείο θυσιαστήριο με τη λειτουργία καθηρημένου, ούτε να
είναι αιτία πολλών σχισμάτων. Γιατί, ας γνωρίζει η μακαριότητα σου
ειλικρινά και καθαρά, ότι, αν δεν γίνει αυτό με τη συγκατάθεση της
φιλόθεης ψυχής και των ευσεβέστατων και ένδοξων βασιλέων μας (γιατί
είναι ζηλωτές), όσων αφορά εμάς το πώς θα εκδηλωθεί η ένσταση μας είναι
γνωστό στον Θεό, θα γίνει όμως μεγάλο σχίσμα στην Εκκλησία μας, με
μάρτυρα τον Θεό και τούς εκλεκτούς αγγέλους. Αλλά δείξε το έλεος σου, συ
ο καλός ποιμένας, βοήθησε συ ο επιστήμονας γιατρός την ποίμνη σου, τα
πρόβατά σου, τις εκκλησίες σου, με τις μεθόδους της σοφίας σου, με τα
λόγια της σύνεσης σου, με τα ιατρικά φάρμακο σου εμπόδισε το ένα πρόβατο
μόνο από την ιερουργία, και κέρδισε όλα τα άλλα, για να μη μολυνθεί από
την ψώρα του ενός η Εκκλησία «την όποια απέκτησε με το πολύτιμο αίμα
του» ο Κύριος και Θεός μας.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ των νηπτικών πατέρων, Θεοδώρου Στουδίτου επιστολές 18Β, σελ. 118-125
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου